της δημοσιογράφου, Ελένης Βασιλοπούλου @elena_juniorsclub
Η πένα μου στάζει… και το μελάνι διαχέεται κι’ αρχίζει να απορροφάται από χαρτιά που έχουν πνιγεί με χιλιάδες νούμερα. Λογαριασμοί που αντί να «ξεχρεωθούν» με τόσο μελανό χρώμα που ρούφηξαν, τώρα εντονότερα διακρίνονται και τη συνείδησή μου βαραίνουν.
Κοιτάζω τη μέρα με θετική διάθεση και ξεκινώ τρέχοντας, μα πριν προλάβω να προβάλλω στο κατώφλι, το βάρος μου διπλασιάζεται και τα πόδια μου ασήκωτα τα νιώθω.
Είμαι νέα ακόμα για να εγκαταλείψω τα όνειρά μου, μα όσο κι’ αν στύψω το μυαλό μου, ιδέες δεν κατεβαίνουν και έχω μονίμως τα ίδια νούμερα μπροστά μου. Θέλω να απαλλαγώ από τη μίζερη εικόνα που σας παρουσιάζω αλλά μόνο αν πλάσω έναν δικό μου κόσμο θα τα καταφέρω.
Μεγάλωσα περήφανη και ελεύθερη, αλλά υπήρξαν πολλοί (Βασιλείς, πολιτικοί, καταπατητές, πολεμοχαρείς, ονειροπόλοι), που τόλμησαν επάνω μου να ασελγήσουν και ως υποδουλωμένη να με σύρουν στα παζάρια, εκεί όπου πλειοδοτούσαν τα νερά, τη γη και τα βουνά μου.
Αντικρίζω τον ήλιο κατάματα ενώ σκέφτομαι πόσο πολύ με τυφλώνει το φως του φεγγαριού, γιατί σαν τη μέρα ξεκάθαρα κινούμαι. Δικό μου παιδί, γέννησε τη Δημοκρατία και τώρα τούτοι εδώ, που σε εθνικές εορτές περιχαρείς με εγκωμιάζουν, πώς ξέχασαν, πώς άφησαν την εντιμότητα τους πίσω;
Στρατηγοί και στρατηγικές που εμένα απαξιώνουν, δεν τις ανέχομαι. Κι’ αν κάποια απ’ τα παιδιά μου παραστράτησαν, θα ορθώσω μόνη το ανάστημά μου, θα στείλω μήνυμα στα όρη, στη θάλασσα, στη φύση, στον αέρα, «μη με γιορτάζετε με μαύρα ρούχα». Αφού στο πένθος με έχετε βυθίσει, θα ξαναβρώ τη δύναμη μονάχη, να βάλω τη γαλανόλευκη, με περίσσια χάρη ψηλά να κυματίζει και τότε στα βλαστάρια μου θα πω να παρελάσουν.
Το γράμμα τούτο το σφραγίζω με μια υπόσχεση, πως όσο κι αν κάποιοι το επιθυμούν, να έχουν στο νου τους, “τα σπλάχνα μου είναι γεμάτα ήρωες και στις φλέβες μου κυλάει η ελπίδα”.