Τα πρώτα χρόνια της ζωής αποτελoύν μια κρίσιμη περίοδο ανάπτυξης του παιδιού. Το στρες, η διατροφή και η έκθεση σε περιβαλλοντικούς ρύπους έχει αποδειχθεί ότι διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην εγκυμοσύνη, τη βρεφική, την παιδική, μέχρι και την ενήλικη ζωή. Ακόμα όμως και διατροφικές επιλογές που θεωρούνταν ιδιαίτερα ωφέλιμες, όπως το ψάρι, πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο στην περίοδο της εγκυμοσύνης, συγκεκριμένα μέχρι τρεις φορές την εβδομάδα, προτείνουν νέες επιστημονικές μελέτες.
Παρότι η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια Τροφίμων (EFSA) και ο αντίστοιχος Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) σε πρόσφατες οδηγίες τους προτείνουν τη μέτρια κατανάλωση ψαριού στην εγκυμοσύνη, ώστε από τη μια να εκμεταλλευόμαστε τα οφέλη του και από την άλλη να περιορίζουμε την έκθεσή μας σε περιβαλλοντικούς ρύπους, μέχρι σήμερα δεν υπήρχε μια σαφής απάντηση σχετικά με τη βέλτιστη ποσότητα που πρέπει να καταναλώνει μια έγκυος.
«Η υπερβολική κατανάλωση ψαριού στην εγκυμοσύνη, πάνω από τρεις φορές την εβδομάδα, μπορεί να οδηγήσει σε γρήγορη βρεφική ανάπτυξη και παιδική παχυσαρκία», λέει η Λήδα Χατζή, επικεφαλής της μέχρι στιγμής μεγαλύτερης έρευνας μετα-ανάλυσης πάνω σε αυτή τη θεματολογία που δημοσιεύθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2016 στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Pediatrics.
Στοιχεία της έρευνας
Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Κρήτης, στην οποία συμμετέχουν ο υποψήφιος διδάκτορας, Νίκος Στρατάκης και η βιοστατιστικός, Θεανώ Ρουμελιωτάκη, υπό την επίβλεψη της δρος Χατζή, μελέτησαν συνολικά 26.184 ζεύγη μητέρας-παιδιού, από στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μεταξύ του 1996 και του 2011, από 15 ερευνητικά κέντρα, δέκα χωρών της Ευρώπης και από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Σε κάθε μια από αυτές τις μελέτες, οι ερευνητές παρακολούθησαν τις έγκυες και τη διατροφή τους στην εγκυμοσύνη και στη συνέχεια τα παιδιά τους μέχρι την ηλικία των έξι ετών.
Η συμμετοχή πολλών χωρών με διαφορετικά επίπεδα κατανάλωσης ψαριού στην εγκυμοσύνη –από 0,5 φορά την εβδομάδα στο Βέλγιο μέχρι 4,5 φορές στην Ισπανία– και η ομοιογένεια των αποτελεσμάτων, καθιστούν τα ευρήματα της μελέτης ασφαλή και γενικεύσιμα, λέει η δρ Χατζή, ιατρός Γενικής και Οικογενειακής Ιατρικής και επίκουρη καθηγήτρια Επιδημιολογίας – Διατροφής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, η οποία μίλησε στην «Κ» για το πώς η κατανάλωση ψαριού, από εξαιρετικά ωφέλιμη σε μέτριες ποσότητες μπορεί να οδηγήσει στα αντίθετα αποτελέσματα όταν εμφανίζεται πολύ συχνά στη διατροφή μιας εγκύου.
– Ποιος είναι ακριβώς ο κίνδυνος που διατρέχουν τα παιδιά, οι μητέρες των οποίων καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ψαριού στην εγκυμοσύνη;
– Τα ευρήματά μας έδειξαν ότι στις γυναίκες που κατανάλωναν πάνω από τρεις φορές την εβδομάδα ψάρι υπήρχε 22% μεγαλύτερος κίνδυνος να γεννήσουν βρέφη που λαμβάνουν απότομα βάρος στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής τους. Ο λόγος που μελετήσαμε τη γρήγορη βρεφική ανάπτυξη είναι γιατί αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς κινδύνους για την εμφάνιση μεταβολικών νοσημάτων, όπως ο διαβήτης τύπου ΙΙ, και καρδιαγγειακών νοσημάτων στην παιδική και την ενήλικη ζωή. Επίσης, η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έδειξε ότι τα παιδιά εγκύων που κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες ψαριού διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να γίνουν υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος ήταν 14% μεγαλύτερος να είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα στην ηλικία των τεσσάρων ετών και 22% στην ηλικία των έξι ετών, σε σύγκριση με τις γυναίκες που κατανάλωναν ψάρι μία φορά την εβδομάδα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Τέλος, εντοπίσαμε ότι η επίδραση της υψηλής κατανάλωσης ψαριού στην εγκυμοσύνη ήταν μεγαλύτερη στα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια. Συγκεκριμένα, στα κορίτσια αυξήθηκε ο κίνδυνος γρήγορης βρεφικής ανάπτυξης κατά 31%, ενώ στα αγόρια κατά 11%.
Ορμονική ανισορροπία
– Σε τι μπορεί να οφείλεται αυτή η σχέση κατανάλωσης ψαριού και παιδικής παχυσαρκίας;
– Το ψάρι θεωρείται αναπόσπαστο συστατικό μιας υγιεινής διατροφής. Ωστόσο, αποτελεί μια σύνθετη έκθεση. Οταν κανείς τρέφεται υπερβολικά συχνά με ψάρι, παράλληλα με τα Ω3 λιπαρά οξέα, τις βιταμίνες και τα ανόργανα στοιχεία που περιέχονται σε αυτό, αυξάνεται πιθανά και η έκθεσή του σε περιβαλλοντικούς ρύπους που έχει εκτεθεί το ψάρι. Γνωρίζουμε ότι μεγάλα ψάρια όπως ο ξιφίας, ο κόκκινος τόνος και το μεγάλου μεγέθους σκουμπρί, που βρίσκονται ψηλά στην τροφική αλυσίδα και τρέφονται με μικρότερα ψάρια, συσσωρεύουν στο σώμα τους οργανικούς ρύπους, όπως διοξίνες, πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCBs) και βαρέα μέταλλα, για παράδειγμα, μεθυλικό υδράργυρο, αρσενικό και κάδμιο. Επειδή τέτοιοι ρύποι έχουν πολύ μεγάλο χρόνο ημίσειας ζωής, μέχρι και 20 χρόνια, έχουν την τάση να βιοσυσσωρεύονται και να αποβάλλονται πάρα πολύ δύσκολα από έναν οργανισμό.
Ορισμένοι από αυτούς τους ρύπους, όταν εισέλθουν στο ανθρώπινο σώμα μέσω της τροφής δρουν ως «ενδοκρινείς διαταράκτες», δηλαδή, μιμούνται ή ανταγωνίζονται ορμόνες που παράγει ο οργανισμός μας, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται πλήρως η ορμονική ισορροπία. Και εάν αυτή η διαταραχή συμβεί σε μια περίοδο τόσο κρίσιμη όσο αυτή της εγκυμοσύνης, μπορεί να αυξηθεί ο κίνδυνος για νοσήματα όπως η παχυσαρκία. Αντίθετα, μικρότερα φρέσκα ψάρια, όπως η σαρδέλα, ο γαύρος, η γόπα, το μπαρμπούνι, ο μπακαλιάρος και η πέρκα, μπορούν να καταναλώνονται με μεγαλύτερη ασφάλεια στην εγκυμοσύνη, μια έως τρεις φορές την εβδομάδα. Ωστόσο, επειδή στη συγκεκριμένη μελέτη δεν είχαν μετρηθεί τα επίπεδα περιβαλλοντικών ρύπων στο σώμα της μητέρας και του παιδιού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, δεν μπορούμε να μιλήσουμε με βεβαιότητα για τη σχέση αυτών των ρύπων με την κατανάλωση ψαριού.
– Υπάρχουν κάποιοι άλλοι πιθανοί κίνδυνοι από την υπερκατανάλωση ψαριού στην εγκυμοσύνη;
– Ως τελευταίο βήμα αυτής της μεγάλης έρευνας θα μελετήσουμε την επίδραση της κατανάλωσης ψαριού στην νευροανάπτυξη του παιδιού και στη γνωσιακή του ανάπτυξη. Το ψάρι, από τη μια περιέχει τα ωφέλιμα για το νευρικό σύστημα Ω3 λιπαρά οξέα, αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να περιέχει μεθυλυδράργυρο, ο οποίος μπορεί να περάσει στον πλακούντα και είναι νευροτοξικός. Παρόλα αυτά, τα συμπεράσματά μας δεν είναι τόσο αντιφατικά όσο μπορεί να ακούγονται. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι με βάση την ισχύουσα γνώση, μια μέτρια κατανάλωση ψαριού στην εγκυμοσύνη, μία με τρεις φορές την εβδομάδα, είναι απολύτως ασφαλής και μάλιστα μπορεί να είναι ευεργετική για την υγεία και να αντισταθμίζει πιθανούς κινδύνους από περιβαλλοντικούς ρύπους. Ειδικά στην Ελλάδα που η μέση κατανάλωση ψαριού είναι μία φορά την εβδομάδα, όχι μόνο δεν πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε ψάρι, αλλά πρέπει να βάζουμε πιο συχνά στη διατροφή μας.
Επόμενος στόχος τα αναπνευστικά
– Ποια είναι τα επόμενα βήματα στην έρευνά σας;
– Μέχρι το τέλος της άνοιξης θα έχουμε στα χέρια μας αποτελέσματα από μια νέα μετα-ανάλυση που συντονίζει το Πανεπιστήμιο Κρήτης και στην οποία θα μελετηθούν 100.000 ζεύγη μητέρας-παιδιού από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, με σκοπό να διερευνηθεί η επίδραση της κατανάλωσης ψαριού στην εμφάνιση συμπτωμάτων άσθματος και αλλεργικών νοσημάτων. Πριν από περίπου δύο δεκαετίες διατυπώθηκε για πρώτη φορά η υπόθεση ότι στις δυτικές κοινωνίες η πολύ μεγάλη αύξηση στη συχνότητα του άσθματος μπορεί να συνδέεται με τη μείωση της κατανάλωσης ψαριού και Ω3 λιπαρών οξέων και την παράλληλη αύξηση της κατανάλωσης φυτικών ελαίων, όπως η μαργαρίνη, το σπορέλαιο και το ηλιέλαιο. Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή, ενώ τα Ω3 έχουν αντιφλεγμονώδη δράση και μπορούν να δράσουν προστατευτικά για το ανοσοποιητικό σύστημα, αντίθετα, τα Ω6 λιπαρά οξέα, που βρίσκονται στις άλλες λιπαρές ουσίες, έχουν την αντίθετη δράση, δηλαδή προάγουν τη φλεγμονή. Μέχρι σήμερα όμως δεν υπάρχει σαφής απάντηση στο εάν η κατανάλωση ψαριού στην εγκυμοσύνη παίζει πράγματι προστατευτικό ρόλο στην εκδήλωση παιδικού άσθματος και αυτό ελπίζουμε να απαντήσουμε με την έρευνά μας.
]]>