από την Ελένη Βασιλοπούλου, δημοσιογράφο
Καθημερινά ξυπνάς με έναν σκοπό να πας στην δουλειά σου, να ακολουθήσεις το ωράριο, να διεκπεραιώσεις τις υποχρεώσεις σου, να βγάλεις τον καλύτερο σου εαυτό ή μέρος από τον καλύτερο σου εαυτό…, να εργαστείς για να επιβιώσεις χωρίς δεύτερη σκέψη…, χωρίς διάθεση, χωρίς ενθουσιασμό, μόνο προγραμματισμένα, ρομποτικά, αναγκαστικά και όλο αυτό επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά…
Αυτός είναι ο κανόνας όσων εργάζονται σε μια χώρα με μηδαμινές ευκαιρίες, με μεγάλη ανεργία, εν μέσω κρίσης και αφραγκίας… Και ξαφνικά βλέπεις αυτούς… που δεν αγκομαχούν, εργάζονται και περνούν καλά, απολαμβάνουν την κάθε στιγμή, επιλέγουν το πότε και αμείβονται… με άλλον τρόπο, με “άλλα” χρήματα!
Ποιοι είναι; Με τι ασχολούνται; Γιατί απολαμβάνουν την δουλειά που κάνουν και πάντα μας χαμογελούν; Πιο μυστικό μας κρύβουν… όταν μας δίνουν συμβουλές καριέρας;
1. Όλα είναι διαπραγματεύσιμα
Τα «παζάρια» επί το λαϊκότερον δεν έχουν αποτέλεσμα μόνο όταν ζητάμε έκπτωση από το καταστηματάρχη που πουλάει τα αγαπημένα μας παπούτσια, υπάρχουν και τα «παζάρια» που γίνονται, όταν πουλάμε, επί το ορθότερον, όταν προωθούμε το βιογραφικό μας.
Πέρα από καθαρά επιστημονικές θέσεις, όπου το «άριστα» είναι αδιαπραγμάτευτο – όπως στην ιατρική ή στην παροχή νομικών υπηρεσιών – για όλα τα υπόλοιπα πρέπει απλώς να αποδείξουμε ότι αξίζουμε, ότι μπορούμε να φέρουμε λεφτά στο ταμείο. Άνθρωποι που δεν προτίθενται να σπάσουν για λίγο τους κανόνες, σπαταλούν τον χρόνο τους προσπαθώντας να πετύχουν έναν στόχο, που πρακτικά θα τους αποφέρει ένα μεγάλο μηδέν.
2. Το σύνδρομο του απατεώνα
Ναι, δεν είναι ακριβώς καλό αυτό και γι’ αυτό δεν το συμβουλεύουν στα σχετικά εγχειρίδια, τύπου «πώς να γίνεις ο σούπερ αμειβόμενος επαγγελματίας». Αλλά, πριν από λίγο καιρό στους New York Times φιγουράρισε ένα άρθρο, το οποίο παρουσίαζε εργαζόμενους συγκεκριμένων εθνικοτήτων ως κορυφαίους, ειδικά σε ό,τι αφορούσε τα εισοδήματα τους.
Εκεί που ο μέσος υπάλληλος έβγαζε 50.000 δολάρια τον χρόνο, Ινδοί, Ιρανοί, Λιβανέζοι, και Κινέζοι αμερικανικής καταγωγής παρουσίασαν έσοδα γύρω στα 90.000 δολάρια.
Γιατί; Το άρθρο της εφημερίδας αιτιολογούσε την οικονομική υπεροχή αυτών των επαγγελματιών με τρία επιχειρήματα: 1) Έπασχαν από σύνδρομο ανωτερότητας, 2) Διακατέχονταν από κάποια μορφή ανασφάλειας ότι κάτι δεν κάνουν καλά, 3) Ήταν εξαιρετικοί στο να ελέγχουν τις παρορμήσεις τους. Αυτό το αίσθημα ανεπάρκειας – που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα – σε συνδυασμό με την πειθαρχία και έναν ελαφρύ σνομπισμό, ότι μπορείς να καταφέρεις τα πάντα, θεωρείται εξαιρετική φόρμουλα για κάποιον που κάνει καριέρα.
3. Το «ρεαλιστικό» είναι η ψευδαίσθηση
Τι σημαίνει να θέτει κανείς ρεαλιστικούς στόχους; Ωραία, ας υποθέσουμε ότι για τους περισσότερους ανθρώπους η απόκτηση απολυτηρίου Λυκείου ή πτυχίου Πανεπιστημίου είναι ένας ρεαλιστικός στόχος. Λάθος. Για ένα παιδί που οι γονείς του δεν έχουν τα μέσα να το σπουδάσουν δεν είναι. Ας αντιστρέψουμε το σκεπτικό: γιατί είναι μη ρεαλιστικό, το να θέλει κάποιος να δημιουργήσει την πιο επιτυχημένη επιχείρηση του είδους της και της δεκαετίας;
Τι έκαναν όλοι αυτοί που έφτιαξαν τέτοιες επιχειρήσεις; Τι σκέφτονταν; Τι μουσική άκουγαν; Τι διάβαζαν; Μήπως ήταν καλύτεροι από κάποιον με δύο πτυχία και άπειρες περγαμηνές; Πολλές φορές, όχι.
Απλώς, δεν σκέφτονταν ότι το όνειρο τους είναι μη ρεαλιστικό. Αναζητούσαν τρόπους να το πραγματοποιήσουν.
4. Δεν διαλέγουμε καριέρα που…βασίζεται στον βασικό μισθό και στα επίπεδα ανεργίας.
Αν είμαστε σίγουροι ότι είμαστε γεννημένοι για κάτι, κάνουμε αυτό και το κάνουμε καλά. Είναι αστεία τα τσιτάτα τύπου «οι συγγραφείς δεν βγάζουν λεφτά» ή «οι καλλιτέχνες είναι καταδικασμένοι στην πείνα». Κάνουμε το καλύτερο μας, επιμένουν οι ειδικοί, ακόμη κι αν χρειαστεί να κάνουμε παράλληλες δουλειές μέχρι να φτάσουμε εκεί που θέλουμε. Δεν τα παρατάμε. Τα υπόλοιπα έρχονται από μόνα τους.
5.Διαλέγουμε εργοδότη, όχι εταιρεία Ειδικά στο εξωτερικό, συνηθίζουν να λένε ότι το Facebook ή η Google είναι κορυφαίες εταιρείες, στις οποίες αξίζει να στείλει κανείς το βιογραφικό του.
Σοβαρά τώρα; Την εταιρεία, την οποιαδήποτε εταιρεία την κάνει ο επικεφαλής της. Καλώς ή κακώς, αυτός εμπνέει για τα όσα συμβαίνουν. Η επωνυμία είναι μία φορητή φωτεινή επιγραφή των δικών του επιτευγμάτων ή όσων εμφύσησε σε ανθρώπους που επέλεξε για να στελεχώσει την επιχείρηση του.
Ακόμη και σήμερα, που ο Steve Jobs δεν υπάρχει πια, όταν κάποιος αναφέρεται στην Apple, το μυαλό του τρέχει κατ’ ευθείαν σ’ αυτόν, γιατί υπήρξε έμπνευση για την εταιρεία του, σήμα – κατατεθέν ο ίδιος και λιγότερο το “Μήλο”.
Πέρα από το ότι όντας στον περίγυρο του, κάνει κανείς επέκταση σπουδών, μαθαίνει από τον καλύτερο, τελοσπάντων. Πέραν αυτού, οι γνωριμίες αυτών των ανθρώπων, ο κοινωνικός κύκλος πάνω στον οποίο επιδρούν, μοιραία μας φέρνει πιο κοντά στους επαγγελματικούς μας στόχους.
6. Δεν φοβόμαστε το «χαμηλότερο κλιμάκιο» … ή τις περικοπές.
Στην πρώτη περίπτωση, αν έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε έναν σπουδαίο εργοδότη που δίνει λίγα και σε κάποιον που υπόσχεται πολλά, διαλέγουμε τον πρώτο. Πολλά λάθη σε ό,τι αφορά την καριέρα μας συνέβησαν, επειδή υπήρξαμε ανυπόμονοι, αδιάβαστοι και άπειροι. Αν πάλι, ο εργοδότης θέλει να προχωρήσει σε περικοπές, δεν χρειάζεται να πανικοβληθούμε.
Καμιά φορά χρειαζόμαστε ένα καλό κίνητρο, για να αναζητήσουμε τον επόμενο μεγάλο στόχο μας.
7. Δεν αρκεί αυτό που γνωρίζουμε
Είμαστε καλοί σε κάτι, σε αυτό που σπουδάσαμε, σε αυτό που είναι το χάρισμα μας κι αυτό είναι “ok” για αρχή. Όμως, χρειαζόμαστε κι άλλα εφόδια που μας κάνουν «μετοχές» στο χρηματιστήριο της αγοράς εργασίας κι αυτά δεν είναι ούτε το πτυχίο, ούτε οι ικανότητες μας, μόνο.
Πώς τα πάμε με τους άλλους; Τι μπορούμε να εμπνεύσουμε; Τι δίνουμε στην επιχείρηση που εργαζόμαστε; Χρειάζεται να μας το ζητήσουν ή το διαισθανόμαστε; Τις περισσότερες φορές είναι αυτές οι λεπτομέρειες που μας ξεχωρίζουν από άλλους σκληρά εργαζόμενους.
8. Η πραγματική εκπαίδευση ξεκινά μετά το Πανεπιστήμιο
Όλοι ξέρουν πως όσα μάθαμε στο σχολείο, ακόμη και στο Πανεπιστήμιο, πολλές φορές δεν χρησιμεύουν πουθενά στην πραγματική ζωή. Είναι ωφέλιμα εφόδια, αλλά στην αγορά εργασίας ξεκινά η πραγματική, σκληρή εκπαίδευση. Όσα μαθαίνουμε εκεί, στην τριβή, στην προσπάθεια, στην αποτυχία είναι το πραγματικό πτυχίο.
Εννοείται ότι χωρίς το άλλο, το κανονικό, σπανίως πάμε πολύ μακριά, αλλά, αν ρίξουμε μια ματιά σε όλους εκείνους που θεωρούμε επιτυχημένους, τι κάνουν: συνεχίζουν να διαβάζουν, βιβλία, μελέτες, τα πάντα, παρακολουθούν τις εξελίξεις, ακούν καλές εκπομπές, συμμετέχουν σε σεμινάρια και διαλέξεις, κουβεντιάζουν με σπουδαίους ανθρώπους για να πάνε οι ίδιοι ένα βήμα παραπέρα. Κάπως έτσι βλέπουν τον κόσμο με άλλα μάτια, από διαφορετική οπτική γωνία, με τρόπο που ένα μόνο πτυχίο δεν θα τους επέτρεπε.
9.Τραβάμε την προσοχή για τους σωστούς λόγους
Κάθε φορά που επιτυγχάνουμε έναν στόχο, μπορούμε να γράφουμε δυο λόγια γι’ αυτό που ζήσαμε στα social media. Είναι μια σοβαρή καταγραφή και μας δίνει πόντους. Επίσης, είναι ένας μικρός οδηγός για όσους επιχειρήσουν κάτι αντίστοιχο και θέλουν να μάθουν από τη δική μας εμπειρία. Και αυτό μας δίνει πόντους.
Αυτού του είδους η «έκθεση» χτίζει αξιοπιστία. Όσο μεγαλύτερο δε το κοινό, που λαμβάνει τέτοιου είδους ενημερώσεις, τόσο μεγαλύτερο το κύρος.
10.Δεν «χτίζει» η εταιρεία εμάς… Εμείς «χτίζουμε» την εταιρεία.
Κάποτε, ένας από τους πιο επιτυχημένους διευθύνοντες συμβούλους της Silicon Valley αποφάσισε να δουλέψει για λίγο πίσω από την ταμιακή ενός καφέ. Δεν θεώρησε ντροπιαστικό αυτό που έκανε. Ήταν ένας τρόπος για να δει πως δουλεύει αυτό το μαγαζί, ποια ήταν τα εσωτερικά μυστικά της επιχείρησης: από τα λογιστικά και τις παραγγελίες, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια που το κρατούσε ζωντανό. Φαινομενικά, ήταν ένα ντροπιαστικό πόστο. Λάθος. Μόνο κάποιος που ξέρει «από μέσα» μία μικρή επιχείρηση, μπορεί να κάνει τις σωστές αναγωγές για να διοικήσει μία μεγαλύτερη. Δεν υπάρχουν «λαμπερές» δουλειές. Εμείς τις κάνουμε.
11.Δεν μπαίνουμε από την «κυρία είσοδο»
Κάποιος κάποτε είχε πει ότι όλοι επιτυχημένοι του πλανήτη συμπεριφέρονται στη ζωή, τη δουλειά και τους στόχους τους, ακριβώς όπως σε ένα κλαμπ. Για να μπεις στο κλαμπ υπάρχουν τρεις τρόποι: Η κύρια είσοδος, εκεί όπου περιμένει το 99%, με την ελπίδα ότι θα μπει μέσα. Φυσικά, υπάρχει και η πίσω πόρτα για τους VIP’s. Αλλά υπάρχει και μία τρίτη είσοδος.
Είναι η πόρτα που βρίσκει κανείς ψάχνοντας, σκοντάφτοντας σε κάδους σκουπιδιών, κάποτε χάνοντας τον δρόμο και ξαφνικά, βουαλά, η πόρτα της κουζίνας! Σε κανέναν δεν χαρίζονται ευκαιρίες, ειδικά σε κάποιον που ακολουθεί την πεπατημένη, όπως τόσοι άλλοι.
Δεν το έκανε ο Bill Gates, όταν πούλησε την πρώτη του ευρεσιτεχνία, δεν το έκανε ο Steven Spielberg, όταν κατάφερε να γίνει ο νεαρότερος σκηνοθέτης στο Χόλιγουντ. Είναι αστείο το ότι περιμένουμε τη δουλειά των ονείρων μας να προσγειωθεί στο κατώφλι μας, απλά και μόνο επειδή στείλαμε ένα βιογραφικό… Δεν δουλεύει έτσι το σύστημα. Δουλεύει με άγραφους κανόνες, για τους οποίους κανείς δεν ενημερώνει εγκαίρως.
Με στοιχεία από το GZ
]]>