Πλέον τα παιδιά έρχονται σε επαφή με αγνώστους όχι μόνο στο δρόμο και σε δημόσιους χώρους, αλλά και μέσα από το διαδίκτυο, ακόμα και από μικρές ηλικίες. Πώς θα τα προστατεύσουμε από κινδύνους χωρίς να πυροδοτήσουμε φοβίες; Ποτέ δεν είναι υπερβολικά νωρίς για να αρχίσουμε να τα μυούμε σε βασικούς κανόνες ασφαλείας – για την ακρίβεια, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι ιδανικά από τεσσάρων ετών τα παιδιά θα πρέπει να γνωρίζουν τα παρακάτω:
1. Τα ενθαρρύνουμε να αποστηθίσουν βασικές πληροφορίες. Ανάλογα με την ηλικία τους, καλό είναι να γνωρίζουν το ονοματεπώνυμό τους (από νήπια ακόμα) και, αργότερα, τη διεύθυνση και το τηλέφωνο του σπιτιού τους. Έτσι, ακόμα και αν απομακρυνθούν από κοντά μας, μπορούν να προσεγγίσουν κάποιο έμπιστο πρόσωπο (π.χ. έναν αστυνομικό) και να τον καθοδηγήσουν ώστε να επικοινωνήσει μαζί μας.
2. Τα συμβουλεύουμε να μην ακολουθήσουν ποτέ έναν άγνωστο. Χωρίς να καταφεύγουμε σε ακρότητες (δεν χρειάζεται να τους απαγορεύσουμε να μιλούν με αγνώστους), τους τονίζουμε ότι ποτέ δεν πρέπει να απομακρυνθούν από κοντά μας ακολουθώντας έναν άγνωστο, ακόμα και αν εκείνος τούς υποσχεθεί «μια καραμέλα».
3. Τους ζητάμε να μοιραστούν μαζί μας οποιοδήποτε «μυστικό» επιχειρήσει να τους εμπιστευτεί ένας άγνωστος. Τους μιλάμε για τα επικίνδυνα μυστικά: όπως για ένα «δώρο» που μπορεί να τους προσφέρει κάποιος ή για τη «φιλία» που ίσως τους προτείνει. Επικίνδυνα είναι και τα μυστικά που μπορεί να οδηγήσουν στον εκφοβισμό ή στον τραυματισμό ενός τρίτου προσώπου.
4. Τους λέμε ότι κανένας δεν πρέπει να τα αγγίζει σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος. Ακόμα και σε πολύ μικρά παιδιά μπορούμε να πούμε ότι μόνο η μαμά, ο μπαμπάς και ο γιατρός μπορούν να ακουμπούν τις περιοχές του σώματος που καλύπτει το μαγιό τους (αν δεν είναι ακόμα σε ηλικία να κατανοήσουν τι σημαίνει γεννητικά όργανα).
5. Τα επιβλέπουμε ενώ πλοηγούνται στο διαδίκτυο. Η εγκατάσταση φίλτρων γονικού ελέγχου δεν αρκεί. Το καλύτερο είναι να μπορούμε να τα εμπιστευτούμε. Παρακολουθούμε στενά τα μικρότερα παιδιά ενώ χρησιμοποιούν το διαδίκτυο. Στα μεγαλύτερα παιδιά, ιδιαίτερα σε εφήβους, μιλάμε ξεκάθαρα για τους κινδύνους και τονίζουμε ότι ποτέ δεν πρέπει να μοιράζονται με αγνώστους προσωπικές πληροφορίες όπως το πλήρες όνομα, η διεύθυνση του σπιτιού και οι κωδικοί για τους λογαριασμούς τους στα social media, καθώς ανοίγουν την πύλη για τον διαδικτυακό εκφοβισμό και άλλες επικίνδυνες καταστάσεις.
6. Τους ζητάμε να απομνημονεύσουν βασικά τηλέφωνα πρώτης ανάγκης. Ακόμα και σε ένα παιδί δημοτικού μπορούμε να δείξουμε τους λεγόμενους αριθμούς ταχείας κλήσης του τηλεφώνου (ένα νούμερο που μπορούν να πατήσουν για να καλέσουν αυτομάτως π.χ. στο κινητό του μπαμπά). Έτσι, ακόμα και αν για οποιονδήποτε λόγο βρεθούν μόνα, θα είναι σε θέση να μας τηλεφωνήσουν. Τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να μάθουν αριθμούς όπως το 100 και το 166, καθώς και τις περιπτώσεις στις οποίες τους καλούν.
7. Τους μιλάμε για τους ανθρώπους στους οποίους μπορούν να καταφύγουν αν βρεθούν ξαφνικά μόνα. Τα παρακινούμε, για παράδειγμα, να απευθυνθούν σε έναν αστυνομικό, σε έναν τροχονόμο ή στο κατάστημα της περιοχής που επισκεπτόμαστε συχνά (και όπου έχουμε αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τον ιδιοκτήτη) και να του ζητήσουν να τα βοηθήσει να βρουν τους γονείς τους.
Κωδική λέξη: μπορεί να σώσει ζωές
Είναι το μυστικό σύνθημα κινδύνου που θα επιλέξουμε με τα παιδιά μας ώστε να μας προειδοποιήσουν, διακριτικά, ότι χρειάζονται τη βοήθειά μας αν βρεθούν σε δύσκολη κατάσταση. Για παράδειγμα, μπορούμε να ζητήσουμε από την έφηβη κόρη μας να μας ρωτήσει στο τηλέφωνο αν «γύρισε ο παππούς» (που στην πραγματικότητα δεν ζει πια), ώστε να σπεύσουμε να την πάρουμε από ένα «φιλικό» σπίτι. Και τι γίνεται αν κάποιος άγνωστος προσεγγίσει το παιδί μας στο σχολείο και επιμένει ότι «σήμερα ήρθα να σε πάρω εγώ, γιατί δεν μπόρεσε η μαμά σου»; Για ένα τέτοιο σενάριο, μπορούμε να συμβουλεύσουμε το παιδί να του ζητήσει μια κωδική λέξη που θα γνωρίζουν μόνο τα έμπιστα πρόσωπα της οικογένειας.
Online Ασφάλιση όπως την θέλεις ΕΔΩ!