του Απόστολου Βανταράκη, Αναπλ. Καθηγητή Υγιεινής
Η εφηβεία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στάδια ανάπτυξης του ανθρώπου, κατά τo οποίo παρατηρούνται σημαντικές ψυχολογικές και σωματικές αλλαγές που οδηγούν το άτομο στην ολοκλήρωση της οργανικής του ανάπτυξης αλλά και την τελική διαμόρφωση της προσωπικότητας του.
Οι αυξημένες ενεργειακές ανάγκες σε αυτήν την ηλικία είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, καθώς ο έφηβος χρειάζεται ενέργεια για την αύξηση του μυϊκού ιστού, την ανάπτυξη του σκελετού, του νευρικού συστήματος, καθώς και για την ανάπτυξη του γεννητικού συστήματος. Είναι λοιπόν απαραίτητο, οι έφηβοι να προσλαμβάνουν την κατάλληλη ποσότητα ενέργειας καθημερινά αλλά και να εκπαιδευτούν σε σχέση με την ποιότητα των τροφών που θα πρέπει να καταναλώνουν.
Η απότομη αυτή ανάπτυξη κατά την εφηβεία, προκαλεί στους εφήβους μια φυσική αλλά έντονη διάθεση για μεγάλη κατανάλωση φαγητού. Την έντονη αυτή διάθεση για φαγητό δεν πρέπει να την αντιμετωπίσουμε ως ευκαιρία να φάει το παιδί “ότι και όσο θέλει, επειδή είναι…στην ανάπτυξη”, όπως συνήθως λένε πολλοί γονείς. Αντίθετα, θα πρέπει να προσφέρουμε στον έφηβο όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται οι ημερήσιες ανάγκες των εφήβων σε ενέργεια και πρωτεΐνη (Πίνακας 1).
Πίνακας 1: Ημερήσιες ανάγκες, εφήβων σε ενέργεια και πρωτεΐνη
Ηλικία |
Ενέργεια |
Ανάλογο |
Ενέργεια |
Πρωτεΐνη |
(έτη) |
(θερμίδες) |
ύψος (cm) |
(θερμίδες/cm) |
(γρ/cm ) |
Aγόρια |
||||
11-14 |
2500 |
157 |
15.9 |
0.29 |
15-18 |
3000 |
176 |
17.0 |
0.34 |
Κορίτσια |
||||
11-14 |
2200 |
157 |
14.0 |
0.29 |
15-18 |
2200 |
163 |
13.5 |
0.27 |
Τα στατιστικά δεδομένα σχετικά με τη διατροφή των εφήβων είναι απογοητευτικά μιας και παρατηρούνται αυξημένα ποσοστά διατροφικών ανωμαλιών, όπως η υπερφαγία (που οδηγεί μακροπρόθεσμα στην παχυσαρκία), η ανορεξία και η βουλιμία.
Η εφηβεία αποτελεί κρίσιμη περίοδο για την ανάπτυξη της παχυσαρκίας. Το βασικό πλεονέκτημα της ηλικίας αυτής είναι η επιταχυνόμενη ανάπτυξη όπου η αύξηση της μυικής μάζας συνεπάγεται αυξημένες ανάγκες και δαπάνες ενέργειας ενώ το βασικό μειονέκτημα αποτελεί η αύξηση της λιπώδους μάζας στα κορίτσια. Ο κίνδυνος για παχυσαρκία στην ενήλικη ζωή συνδέεται ισχυρά με το βαθμό της παχυσαρκίας κατά την εφηβεία, ενώ για τα προεφηβικά παιδιά συνδέεται σε μεγαλύτερο βαθμό με την παχυσαρκία των γονέων.
Ως παχυσαρκία ορίζεται η περίσσεια σωματικού λίπους και η διάγνωσή της πρέπει να βασίζεται στην απόδειξη της παρουσίας του λίπους αυτού. Αυτό προϋποθέτει μέτρηση της σύστασης του σώματος και δεν είναι πρακτικό σε καθημερινή βάση. Έχουν προταθεί κατά καιρούς διάφοροι τρόποι μέτρησης του σωματικού λίπους και ακριβούς ορισμού της παχυσαρκίας. Από αυτούς, ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ή ΒΜΙ (body mass index) = Kgr/m2 , δηλαδή ο λόγος του βάρους δια του τετραγώνου του ύψους σε μέτρα, έχει τη μεγαλύτερη αποδοχή και χρησιμοποιείται ευρέως στη διάγνωση της παχυσαρκίας καθώς συσχετίζεται καλύτερα με το σωματικό λίπος. Με βάση αυτόν, οι ενήλικες χαρακτηρίζονται ως κανονικοί (ΔΜΣ κάτω του 25), υπέρβαροι (ΔΜΣ μεταξύ 25 και 29,9) και παχύσαρκοι (ΔΜΣ άνω του 30).
Η παχυσαρκία στον εφηβικό πληθυσμό έχει αναγνωριστεί σαν ένας από τους πέντε κυριότερους παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου (οι άλλοι τέσσερις είναι η ελαττωμένη φυσική δραστηριότητα, η δυσλιπιδαιμία, η υπέρταση και το κάπνισμα).
Επιπλέον, επηρεάζει και τον ψυχικό κόσμο των νέων ανθρώπων: όλο και αυξάνεται ο αριθμός των εφήβων που πάσχουν από σύνδρομα απομόνωσης, αφού η κατάσταση και η εμφάνισή τους περιορίζουν την επαφή τους με το περιβάλλον. Τέτοιες περιπτώσεις χρήζουν, εκτός από διατροφική φροντίδα, και ψυχολογική.
Η παχυσαρκία είναι ένα τυπικό παράδειγμα πολυπαραγοντικής νόσου και πρέπει να θεωρείται ως το αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων όπως ο τρόπος ζωής, η δίαιτα, η ηλικία, το φύλο και η κληρονομικότητα.
Κληρονομικότητα: Το είδος της κληρονομικότητας που σχετίζεται με την παιδική και εφηβική παχυσαρκία αφορά γονίδια τα οποία κάνουν κάποιον πιο «ευάλωτο» στο να αναπτύξει ένα συγκεκριμένο τύπο σώματος. Είναι πιθανό ότι πολλά γονίδια επιδρούν στο φαινότυπο της παχυσαρκίας του οποίου η τελική έκφραση είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης γονιδίων και περιβάλλοντος.
Διατροφή: Η διατροφή είναι ένα βασικό καθοριστικό στοιχείο του βάρους του σώματος. Η πρόσληψη θερμίδων με τη διατροφή αλλά και η ισορροπία των θρεπτικών συστατικών στη δίαιτα καθώς και η κατανομή των γευμάτων κατά τη διάρκεια της ημέρας σχετίζονται με τη σύσταση του σώματος.
Τρόπος ζωής: Το διατροφικό περιβάλλον των παχύσαρκων παιδιών είναι διαφορετικό από αυτό των μη παχύσαρκων. Οι παχύσαρκοι γονείς δημιουργούν διαφορετικό διατροφικό περιβάλλον για τα παιδιά τους και έτσι ενθαρρύνουν ή κάνουν εύκολη την επιλογή τροφών πλούσιων σε λιπαρά.
Φυσική δραστηριότητα: Η ελαττωμένη φυσική δραστηριότητα, η οποία οφείλεται κυρίως στον σύγχρονο καθιστικό τρόπο ζωής, έχει σαν αποτέλεσμα την ελαττωμένη «δαπάνη» ενέργειας γεγονός που αποτελεί κακό προγνωστικό παράγοντα για την αύξηση του βάρους.
Ψυχολογικά αίτια: Τα παχύσαρκα παιδιά και έφηβοι έχουν συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση και φτωχή εικόνα εαυτού γεγονός που συχνά οδηγεί σε έλλειψη κινήτρων και θέτει τα παιδιά σε ένα φαύλο κύκλο μη ισορροπημένης διατροφής και κακής εικόνας σώματος.
Η παχυσαρκία είναι το πιο συχνό πρόβλημα διατροφής στο δυτικό κόσμο. Περίπου 250.000.000 άνθρωποι, δηλαδή το 7% του τρέχοντος παγκόσμιου πληθυσμού είναι παχύσαρκοι.
Στα πλαίσια της προσέγγισης των διατροφικών συνηθειών των εφήβων στην περιοχή της Πάτρας, διενεργήθηκε έρευνα, του τμήματος Κοινωνικής Εργασίας του ΑΤΕΙ Πατρών σε συνεργασία με το Εργαστήριο Υγιεινής του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών.
Η έρευνα διενεργήθηκε σε δείγμα 500 μαθητών Β’ και Γ΄ Λυκείου από Λύκεια της Πάτρας. Μετρήθηκε ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) και καταγράφηκαν οι διατροφικές συνήθειες των εφήβων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης μας, το 29,8% των αγοριών και το 22,6% των κοριτσιών βρέθηκε υπέρβαρο ή παχύσαρκο (με ΔΜΣ >25) ποσοστό που είναι μεγαλύτερο από παλαιότερες μελέτες που έχουν διενεργηθεί στην Ελλάδα (Γράφημα 1). Στις Η.Π.Α, το 13-36% των εφήβων ηλικίας 12-17 ετών είναι μέτρια παχύσαρκοι, ενώ ένα ποσοστό 4-12% παρουσιάζει σοβαρή παχυσαρκία. Σύγκριση των δεδομένων από μελέτες που διεξάχθηκαν σε σχολεία το 1997 και 1998 δείχνουν ότι οι ΗΠΑ, η Ιρλανδία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία είχαν τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας.
Γράφημα 1: Κατανομή του δείγματος ανάλογα με το φύλο και το Δείκτη μάζας σώματος
Στην έρευνά μας, το 42,4% των εφήβων ηλικίας 17 με 19 ετών που ρωτήθηκαν, ξεκινά την μέρα του παραλείποντας το πρωινό γεύμα, κάτι το οποίο συντελεί στη μείωση των επιπέδων συγκέντρωσης και ενέργειας καθώς και στη μείωση της σχολικής απόδοσης και βέβαια στην αγορά σνακς από το σχολείο (Γράφημα 2). Σχεδόν το 95% των εφήβων προμηθεύονταν μόνο σνακς κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων.
Γράφημα 2: Λήψη πρωινού καθημερινά
Όσον αφορά τις διατροφικές τους συνήθειες, το 42% ελάμβανε σπάνια λαχανικά ή φρούτα σε περίοδο μιας εβδομάδας. Το 75% προτιμούσε τα φαγητά του να ήταν ψητά ή τηγανητά. Επίσης το 31,2% των εφήβων που ρωτήθηκαν, κατανάλωνε κάποιο γλυκό καθημερινά. To 49% των εφήβων που ρωτήθηκαν στην έρευνα, δήλωσε ότι καταναλώνει καφέ σχεδόν καθημερινά σε ποσότητα τουλάχιστον μιας κούπας.
Σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ, το 11% των εφήβων καταναλώνει αλκοόλ 3-4 φορές την εβδομάδα και το 26,8% τα Σαββατοκύριακα. Το 30% έχει μεθύσει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του. Επίσης ένα ποσοστό 19.4% των έφηβων μαθητών καπνίζει πάνω από 1 πακέτο την ημέρα.
Το 40.8% των αγοριών και το 32,4% των κοριτσιών δήλωσαν ότι έχουν ένα χόμπυ ή ασχολούνται με ένα άθλημα με επικρατέστερα το ποδόσφαιρο για τα αγόρια και το χορό για τα κορίτσια. Επίσης, το 52% ασχολείται με το άθλημα/χόμπυ μόνο 1 έως 2 φορές την εβδομάδα. Τέλος, το 20% των εφήβων δεν έχει καμία ενημέρωση από κανένα φορέα σε θέματα διατροφής.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας αλλά και παλαιότερων ερευνών, η παχυσαρκία στους έφηβους επηρεάζεται από την κακή διατροφή αλλά και την έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, καθώς το 45% των εφήβων αγοριών και το 69% των εφήβων κοριτσιών εκτελούν λιγότερο από μια ώρα μεσαίας έντασης άσκηση για 1-2 φορές την εβδομάδα.
Ανησυχητικά γενικά σύμφωνα με αποτελέσματα και άλλων διεθνών μελετών, είναι και τα ποσοστά εμφάνισης διατροφικών διαταραχών όπως η ανορεξία και η βουλιμία στους εφήβους. Οι κοινωνικές πιέσεις που ασκούνται για την απόκτηση ‘λεπτού και καλλίγραμμου σώματος’ αναγκάζουν αρκετούς έφηβους και κυρίως κορίτσια να καταφύγουν στην ασιτία αλλά και την χρήση εμετικών, καθαρτικών και της υπερεντατικής άσκησης προκειμένου να διατηρήσουν ένα βάρος κάτω του φυσιολογικού. Σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Στατιστικής Υγείας της Μ. Βρετανίας, ένα στα 10 κορίτσια ηλικίας 12-18 ετών πάσχουν από νευρική ανορεξία που μακροπρόθεσμα σχετίζεται με νεφρική ανεπάρκεια, οστεοπόρωση, φθορά των δοντιών από την πρόκληση εμετού αλλά και καρδιαγγειακών νοσημάτων (όπως οι αρρυθμίες).
Παράλληλα, το 85% των εφήβων δεν καταναλώνουν τις 5 μικρομερίδες φρούτων και λαχανικών (400-500γρ την ημέρα) που συνιστώνται από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Διαιτολόγων. Επίσης, το 60% των εφήβων τρώνε περισσότερα κορεσμένα λιπαρά από τη συνιστώμενη δοσολογία, κάτι το οποίο εκφράζει την αυξημένη κατανάλωση φαγητού τύπου ‘φαστ φουντ’ (όπως πίτσες, χάμπουργκερ κλπ.) σε συνδυασμό με την μειωμένη κατανάλωση άπαχου κρέατος, όπως το ψάρι και τα πουλερικά μαγειρεμένα με υγιεινό τρόπο (π.χ. βραστά ή στο γκριλ). Επιπλέον, τα επίπεδα κατανάλωσης γαλακτοκομικών (όπως το γιαούρτι και το γάλα) από τους έφηβους έχουν μειωθεί κατά 36% μέσα στα τελευταία 25 χρόνια, γεγονός που σχετίζεται με μειωμένη πρόσληψη ασβεστίου, ενός απαραίτητου ιχνοστοιχείου για την ανάπτυξη της σκελετικής μάζας.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την Εθνική Έρευνα Διατροφής σε Νέους στη Μ. Βρετανία το 2000 παρατηρήθηκε ότι η βασικότερη πηγή ενέργειας για τους έφηβους ήταν το ψωμί, τα μπισκότα, τα κράκερς, τα κέικ και οι πίτες που συντελούσαν στο ένα τρίτο της ενεργειακής πρόσληψης των εφήβων. Η παρατήρηση αυτή είναι αρκετά σημαντική καθώς φανερώνει ότι οι έφηβοι προσλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας τους από τροφές με μικρή διατροφική αξία και πολλές θερμίδες εις βάρος άλλων τροφών, πλούσιων σε ωφέλιμα θρεπτικά συστατικά, όπως τα λαχανικά και τα φρούτα.
Συμπερασματικά…
Λόγω του σημαντικού ποσοστού εφηβικής παχυσαρκίας στη χώρα μας (που τεκμηριώνεται από πολλές και διαφορετικές μελέτες) και της ανάγκης πολύπλευρης προσέγγισης του παχύσαρκου παιδιού (ιατρική εξέταση για αποκλεισμό οργανικού αιτίου, ψυχολογική υποστήριξη και διαιτολογική παρέμβαση) είναι απαραίτητη η παρακολούθηση των παιδιών και των εφήβων αυτών σε καλά οργανωμένες μονάδες που προσφέρουν τις υπηρεσίες αυτές.
Τα προαναφερόμενα στοιχεία της μελέτης μας αλλά και άλλων παρόμοιων μελετών ‘κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου’ καθώς οι σημερινοί έφηβοι σιτίζονται, πολλές φορές με ακατάλληλο τρόπο και πρέπει απαραιτήτως οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι επιστήμονες υγείας (κυρίως οι κλινικοί διαιτολόγοι και οι γιατροί) να προτείνουν μέτρα για να βελτιωθεί η παρούσα κατάσταση. Είναι απαραίτητο ένα πρόγραμμα ενημέρωσης και εκπαίδευσης για την ποιότητα διατροφής που να απευθύνεται αποκλειστικά σε έφηβους, διαφορετικά κινδυνεύουμε να μεγαλώσουμε μια νέα γενιά παχύσαρκων ατόμων με σοβαρά προβλήματα υγείας.