Διατροφή Θέματα ψυχολογίας Προτεινόμενο

Η ανορεξία οφείλεται στη σχέση του παιδιού με τη μητέρα;

Θα πρέπει, ωστόσο, να παρατηρήσουμε ότι ορισμένες περιπτώσεις ανορεξίας πηγάζουν από τις πνιγηρές σχέσεις του παιδιού, στην αρχή της ζωής του, με την μητέρα.

Η επίμονη προσπάθεια της μητέρας να ταΐσει το παιδί οδηγεί το τελευταίο στην άρνηση της πρόσληψης τροφής, γιατί μέσω της άρνησης αυτής παύει να υποτάσσεται στην επιθυμία της μητέρας και πέραν αυτής, στην επιθυμία του Άλλου γενικά. Διαχωρίζει έτσι την δική του ανάγκη από την ανάγκη της μητέρας, πληρώνοντας ωστόσο ένα δυσβάσταχτο τίμημα:

η απελευθέρωσή του από την αλλοτριωτική του σχέση με τη μητέρα το εμποδίζει να ικανοποιήσει την φυσική του ανάγκη για τροφή. Αντιλαμβάνεται κανείς εδώ το αδιέξοδο της ανορεξίας… Απελευθερώνει το άτομο και ταυτόχρονα, το αποδυναμώνει εξασθενώντας δραματικά τις σωματικές του λειτουργίες.

Η ανορεκτική συμπεριφορά δεν εκδηλώνεται ποτέ στο κενό, αλλά πάντα σε σχέση με ένα δεδομένο οικογενειακό περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργεί ταυτόχρονα ως πρόσκληση και ως πρόκληση. Είναι η αμφίθυμη αναζήτηση μιας αυτόνομης ταυτότητας, μιας ανεξαρτησίας που το άτομο ταυτόχρονα επιθυμεί και αποφεύγει.

Έτσι, το ίδιο το οικογενειακό σύστημα θορυβείται, αντιδρά και σε ορισμένες περιπτώσεις αποδιοργανώνεται. Στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει την ανορεκτική συμπεριφορά ενός μέλους του, χρησιμοποιεί κάθε είδους μέσο, από την αυστηρότητα μέχρι την υποτίμηση του προβλήματος, απευθύνεται σε ειδικούς χωρίς όμως τις περισσότερες φορές ορατό αποτέλεσμα και οδηγείται έτσι στην εξουθένωση.

Η εξουθένωση αυτή ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο μια πορεία παράλληλη προς τη σωματική εξουθένωση του ανορεκτικού ατόμου, το οποίο αντιστέκεται με επιτυχία στις ποικίλες πιέσεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και στις πιέσεις του προσωπικού των δομών νοσηλείας στις οποίες εισάγεται.   

Βλέπουμε λοιπόν ότι η ανορεξία είναι μία εξαιρετικά πολύπλοκη κατάσταση. Για να την ξεδιαλύνουμε θα πρέπει να αρχίσουμε θέτοντας το ερώτημα:

“σε τι χρησιμεύει το συγκεκριμένο σύμπτωμα για το συγκεκριμένο άτομο στο οποίο εκδηλώνεται; Ένα σύνηθες υπόστρωμα που συντηρεί το σύμπτωμα της ψυχογενούς ανορεξίας είναι το πρόβλημα που μπορεί να έχει το άτομο με την σεξουαλική του ταυτότητα. Το κυρίαρχο ζήτημα εδώ είναι: «Γοητεύω; Γοητεύω αρκετά;».”

Το σύμπτωμα αυτό μπορεί να ενισχύεται στις εκδηλώσεις του από τα κυρίαρχα πολιτισμικά πρότυπα που διαδίδονται (μέσω των social media, των κοινωνικών συναναστροφών κ.λπ.)

  • Μία δεύτερη περίπτωση συγγενική με την προηγούμενη είναι…

αυτή στην οποία η ανορεξία υπηρετεί την εικόνα του πολύ λεπτού σώματος, που το άτομο έχει εξιδανικεύσει. Υποβάλλοντας το σώμα του στην πείνα το άτομο αισθάνεται ότι αποσπάται από το καθεστώς απορρίμματος, καθεστώς που στην πραγματικότητα διαποτίζει όλες τις εκφάνσεις της ζωής του.

Η ανορεξία μπορεί επίσης να είναι μία «άμυνα παραληρηματικής φύσης»: το άτομο δεν τρώει όχι για να παραμείνει λεπτό, αλλά επειδή θεωρεί ότι η τροφή είναι ήδη πάντα δηλητηριασμένη και απειλεί την υπόστασή του.

  •  Μία ακόμη πιο σοβαρή περίπτωση είναι…

αυτή στην οποία το άτομο χάνει κάθε σεξουαλικό ενδιαφέρον, αδιαφορεί εντελώς για το σώμα του και τις ανάγκες του, και εν τέλει το εγκαταλείπει. Αντικείμενο της ανορεξίας του ατόμου δεν είναι τόσο η τροφή, αλλά η ίδια η ζωή. Το άτομο φαίνεται να συνδέεται σαδομαζοχιστικά με την ίδια τη ζωή του, να παίζει διαρκώς με τον θάνατο, να αγγίζει τα όριά του και ωστόσο την τελευταία στιγμή να τον ξεγελά συνεχίζοντας να ζει.

Όπως σε κάθε άλλη περίπτωση, έτσι και στην περίπτωση της ψυχογενούς ανορεξίας η διαδικασία της ψυχοθεραπείας πρέπει να είναι εξατομικευμένη, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη σχέση που έχει το άτομο με το σύμπτωμά του. Στόχος της ψυχοθεραπείας είναι να συνδεθεί εκ νέου το άτομο με τις εσωτερικές δυνάμεις και τις δυνατότητές του, να οξύνει την κρίση του, έτσι ώστε να πάψει να χρησιμοποιεί τη λειτουργία της διατροφής σαν άλλοθι και σαν ψευδο-λύση.

Το σημαντικότερο είναι κατανοήσουμε ότι η διαδικασία της ψυχοθεραπείας δεν μπορεί να αποσκοπεί μόνο στην πλήρη και οριστική εξάλειψη του συμπτώματος. Το ζήτημα σε πρώτη φάση είναι ο περιορισμός του συμπτώματος μέσα σε όρια που δεν απειλούν άμεσα την ζωή. Μια απότομη εξάλειψη του συμπτώματος θα άφηνε το άτομο χωρίς προστασία ή άμυνα απέναντι στην υποκείμενη νόσο που το βασανίζει. Το σύμπτωμα λειτουργεί ως σημείο στήριξης και, αν ξαφνικά χαθεί, τότε επακολουθεί για το άτομο μοιραία η πτώση.

Ας δώσουμε εδώ ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα…

Ένα άτομο μπορεί με τον κατάλληλο κλινικό-ιατρικό χειρισμό να ξαναπάρει κιλά έτσι ώστε από καθαρά βιολογική άποψη να μην κινδυνεύει πλέον η ζωή του. Κι όμως την στιγμή εκείνη έχει παρατηρηθεί ότι το άτομο μπορεί να επιχειρήσει να αυτοκτονήσει, ακριβώς επειδή έχει αποστερηθεί από το σύμπτωμα που είναι το σωσίβιο και η σωτηρία του.  Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι βασικός στόχος είναι η θεραπεία του ατόμου, όχι του συμπτώματός του.

Η Μάρω Μπέλλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εμβαθύνει με διατριβή στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση. 

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο της με τίτλο: «Ο γκατζετ-Eros: ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας» από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης.

(Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: http://www.marobellou.gr/el/)

 

 

 

 

 

 

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο