Πόσες φορές έχει χρειαστεί να οδηγήσουμε όταν αισθανόμαστε κουρασμένοι και πόσες θα χρειαστεί να το κάνουμε ακόμα στο μέλλον; Την απάντηση, τη γνωρίζουμε όλοι μας. Τι μπορούμε να κάνουμε για να το αποφύγουμε αλλά και να μην εμπλακούμε σε κάποιο τροχαίο ατύχημα;
Η φυσική εξάντληση από την καθημερινότητά μας είναι δεδομένη και κάνεις μας δεν εξαιρείται του συγκεκριμένου κανόνα. Δεν εξαιρούμαστε, επίσης, από τις υποχρεώσεις μας, οικογενειακές και επαγγελματικές. Στις απαραίτητες δραστηριότητές μας συμπεριλαμβάνεται και η οδήγηση.
Οδήγηση για μικρή ή μακρύτερη απόσταση, για σύντομο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Οδήγηση μέσα σε συνθήκες έντονης κίνησης ή σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας, με αυξημένη ταχύτητα. Σε κάθε περίπτωση είναι μια διαδικασία η οποία απαιτεί διαύγεια σκέψης, καλή σωματική και ψυχική κατάσταση και την απαραίτητη συγκέντρωσή μας στο έργο μας, μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας.
Καλή η θεωρία αλλά η πράξη είναι διαφορετική. Δυστυχώς. Πολλές φορές χρειάζεται να βρεθούμε πίσω από το τιμόνι έχοντας κουραστεί από τη δουλειά μας και πνευματικά επιβαρυμένοι απ’ ό,τι αντιμετωπίσαμε ήδη. Το σύνηθες είναι να βλέπουμε την οδήγηση ως μια τυπική διαδικασία την οποία είμαστε σε θέση να την διεκπεραιώσουμε ως μια ακούσια πράξη, αυτοματικά.
Το αποτέλεσμα; Πολλά ατυχήματα και δυστυχήματα προκαλούνται από το γεγονός ότι ο οδηγός ήταν κουρασμένος, ίσως και νυσταγμένος. Και αυτό δεν μπορεί να καταγραφεί ως αιτία από τα στελέχη της Τροχαίας και τους διασώστες που θα βρεθούν στο μέρος του συμβάντος, ούτε από τους γιατρούς που θα χρειαστεί να αναλάβουν τη νοσηλεία…
Τι μπορούμε να κάνουμε για να περιορίσουμε το φαινόμενο να οδηγούμε κουρασμένοι, ιδίως για μεγάλο χρονικό διάστημα; Το πρώτο που χρειάζεται είναι να πείσουμε τον εαυτό μας ότι αυτό, η κούραση δηλαδή, θα συμβεί και σε εμάς. Όσο εγωιστές κι αν είμαστε, όσο γυμνασμένοι και όσο «θετική ενέργεια» (sic) κι αν (νομίζουμε ότι) έχουμε, είναι δεδομένο ότι θα το βιώσουμε.
Πώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε την κούραση όταν οδηγούμε;
Το θέμα είναι να είμαστε σε θέση να καταλάβουμε έγκαιρα τα σημάδια της κούρασης στον εαυτό μας και να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή μας έχει καταβάλλει, λιγότερο ή περισσότερο κάθε φορά.
Ένα από τα πρώτα σημάδια είναι το χασμουρητό, ιδίως εάν αυτό είναι επαναλαμβανόμενο. Κάποιες φορές αυτό συνοδεύεται από την επιθυμία να τρίψουμε ελαφρά τα μάτια μας, ενδείξεις ότι η υπνηλία έχει αρχίσει να μας κυριεύει.
Σε μια τέτοια περίπτωση, αρχίζουμε να δυσκολευόμαστε να συγκεντρωθούμε στον δρόμο και να μην πραγματοποιούμε όλες τις διαδικασίες που πρέπει κάθε φορά (π.χ. να ελέγχουμε τακτικά τους καθρέφτες μας, να ενεργοποιούμε το φλάς για να αλλάξουμε λωρίδα κυκλοφορίας ή κατεύθυνση, κ.λπ.).
Επίσης, το σώμα μας αρχίζει να μας προειδοποιεί με το να αλλάζουμε στάση στο κάθισμα «για να ξυπνήσουμε». Επιπλέον, αδυνατούμε να διατηρήσουμε διαρκώς την πορεία μας στον δρόμο και το όχημα εκτρέπεται προς τα όρια της λωρίδας κυκλοφορίας ή και τα ξεπερνά, χωρίς να το καταλάβουμε και χωρίς να το επιθυμούμε.
Αυτή η εικόνα, δηλαδή ένα όχημα που παρεκκλίνει της πορείας του, είναι μια προειδοποίηση για τους υπόλοιπους χρήστες τού δρόμου ότι ο οδηγός του έχει απωλέσει τη συγκέντρωσή για κάποιο λόγο και χρειάζεται να τον προσέξουμε περισσότερο, ίσως και να αυξήσουμε την απόστασή μας από αυτόν.
Μία ακόμα ένδειξη ότι είμαστε κουρασμένοι είναι το γεγονός ότι η σκέψη μας απασχολείται με άλλα θέματα, όχι απαραιτήτως σημαντικά για εκείνη τη στιγμή και προφανώς άσχετα με τη διαδικασίας της οδήγησης. Μία άλλη προειδοποίηση του οργανισμού μας είναι ότι αδυνατούμε να διατηρήσουμε σταθερή την ταχύτητα κίνησής μας κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, χωρίς να υπάρχει λόγος που να οφείλεται σε κίνηση εμπρός μας.
Επίσης, όταν ξεχνάμε τον τύπο του αυτοκίνητου που μας ακολουθεί ή εάν δεν θυμόμαστε προς στιγμή που βρισκόμαστε, τον προορισμό μας ή σε ποια έξοδο πρέπει να βγούμε από τον αυτοκινητόδρομο για να πάμε στον προορισμό μας. Δηλαδή λεπτομέρειες που αφορούν στην ουσία τής διαδικασίας οδήγησης.
Πέραν αυτών, δεν αντιλαμβανόμαστε αμέσως τις οδηγίες από το σύστημα πλοήγησης, εφόσον αυτό υπάρχει και το έχουμε ενεργοποιήσει για να μας καθοδηγεί, και χρειάζεται να επαναλάβει την προτροπή του. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε ήδη κουρασμένοι -όσο κι αν αρνούμαστε να το παραδεχτούμε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία από έρευνες, όταν αρχίσει η διάσπαση προσοχής σε τέτοιο επίπεδο είναι κατά 50% αυξημένη η πιθανότητα να εμπλακούμε σε τροχαίο ατύχημα. Άλλες καταστάσεις οι οποίες φανερώνουν την κούρασή μας και μειώνουν το επίπεδο προσοχής μας στον δρόμο, άρα και την ευθυκρισία μας και την άμεση αντίδρασή μας στην αποφυγή ατυχήματος, είναι το άγχος που νιώθουμε ή η ανυπομονησία μας να φτάσουμε στον προορισμό μας.
Τέλος, εάν χρειάζεται να οδηγήσουμε όταν είμαστε άρρωστοι, είναι δεδομένο ότι η κούρασή μας θα είναι μεγάλη και ότι η αντιληπτική ικανότητά μας αντιστρόφως ανάλογα μικρή. Το ίδιο συμβαίνει όταν έχουμε πιει αλκοόλ ή έχουμε φάει πολύ πριν καθίσουμε πίσω από το τιμόνι. Αξίζει το ρίσκο;
Τι πρέπει να κάνουμε
Το πρώτο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε κουρασμένοι και ότι δεν είμαστε «υπεράνθρωποι» που μπορούμε να τα καταφέρουμε όλα χωρίς πρόβλημα.
Το δεύτερο είναι να σταματήσουμε με ασφάλεια στο πλησιέστερο πάρκινγκ ή σταθμό εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών και να κάνουμε ένα σύντομο διάλειμμα για να βγούμε από το αυτοκίνητο και να ξεπιαστούμε ή απλώς να χαλαρώσουμε. Εάν έχουμε τον χρόνο, καλό είναι να διανυκτερεύσουμε σε ένα ξενοδοχείο, έστω και εάν αυτό σημαίνει αύξηση του κόστους της διαδρομής μας.
Όπως καταλαβαίνουμε όλοι, αυτό το επιπλέον κόστος είναι προτιμότερο από το αντίστοιχο που θα πρέπει να πληρώσουμε για το αυτοκίνητό μας εάν εμπλακούμε σε ατύχημα και κάνοντας ζημιά στο όχημα. Να σημειώσουμε ότι, πλέον, πολλά σύγχρονα μοντέλα έχουν σύστημα που αναγνωρίζει την κούραση του οδηγού και του προτείνουν να κάνει ένα σύντομο διάλειμμα
Εάν πρέπει να ταξιδέψουμε σε μεγάλη διαδρομή, προγραμματίζουμε έτσι τον χρόνο αναχώρησης ώστε να έχουμε την ευχέρεια να συμπεριλάβουμε και τη στάση για ξεκούραση ή «για έναν καφέ». Φροντίζουμε να το κάνουμε αφού θα είμαστε ξεκούραστοι και θα έχουμε κοιμηθεί καλά το προηγούμενο βράδυ. Εάν έχουμε τη δυνατότητα, αναβάλλουμε για λίγες ώρες την έναρξη του ταξιδιού. Ιδίως εάν συνταξιδέψουμε με την οικογένειά μας ή συναδέλφους μας, αυτό είναι ακόμα πιο απαραίτητο.
Εννοείται ότι το όχημά μας θα πρέπει να είναι προετοιμασμένο για το ταξίδι και σωστά συντηρημένο, γενικότερα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού φροντίζουμε να μην αποσπάται η προσοχή μας από το κινητό τηλέφωνό μας, από τους συνεπιβάτες μας από τη μουσική ή ακόμα και από άλλους οδηγούς αδαείς ως προς την οδήγηση και αγενείς.
Εάν χρειαστεί να σταματήσουμε για να ξεκουραστούμε, ενημερώνουμε κάποιον δικό μας άνθρωπο ότι θα καθυστερήσουμε να φτάσουμε στον προορισμό μας. Τον καθησυχάζουμε και όταν θα έχουμε ανακτήσει τις δυνάμεις μας τον ενημερώνουμε ότι ξεκινάμε ξανά για να μην ανησυχεί. Ας γνωρίζουμε το εξής: εάν έχουμε την ανάγκη να πιούμε έναν καφέ ή ένα ενεργειακό ποτό για να συνεχίσουμε τη διαδρομή μας είναι μία ακόμα ένδειξη ότι είμαστε κουρασμένοι, λίγο ή περισσότερο.
Τέλος, όσοι από εμάς αντιμετωπίζουμε ένα χρόνιο ιατρικό πρόβλημα και λαμβάνουμε την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι ο οργανισμός μας είναι επιβαρυμένος. Δεν θα πρέπει να τον ζορίζουμε περαιτέρω.
Ας συμβουλευόμαστε τον γιατρό μας για το ποιες παρενέργειες ενδεχομένως να έχουν τα φάρμακα που λαμβάνουμε κατά την οδήγηση και κατά πόσο μας επηρεάζουν και κατά πόσο μπορούμε να κάνουμε μακρινά ταξίδια. Πάντως, σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένας γενικός, πρακτικός κανόνας ο οποίος μπορεί να είναι χρήσιμος για όλους μας.
Δεν είναι άλλος από την τακτική να σταματάμε για πέντε έως δέκα λεπτά της ώρας, αφού έχουμε διανύσει τουλάχιστον 150 χλμ. της διαδρομής μας. Να κάνουμε το διάλειμμά μας και να συνεχίσουμε μέχρι τον προορισμό μας. Καλές διαδρομές σε όλους μας, λοιπόν!
Ποιο είναι το λάθος που κάνουμε όλοι περιμένοντας στο φανάρι;