Συχνή αιτία καυγά μεταξύ γονιών και εφήβων είναι η ώρα επιστροφής από την έξοδο. Είναι μια κλασσική οικογενειακή σκηνή που παίζεται σε πολλά σπίτια!
Βόλτες στην εφηβεία
Σχετικά με τις εξόδους παρατηρείται η τάση του εφήβου να παραπονιέται ότι τον περιορίζουν, τον ελέγχουν, ότι θέλει να βγαίνει περισσότερο ή να επιστρέφει αργότερα στο σπίτι. Ότι οι γονείς δεν τον καταλαβαίνουν, ότι έχει δικαιώματα και θα κάνει αυτό που θέλει, ότι οι φίλοι του γυρίζουν αργότερα, ότι οι δικοί του γονείς είναι αυστηροί κ.α. Η συμπεριφορά αυτή είναι φυσιολογική και αναμενόμενη.
Αν ο γονιός «ξεχαστεί» και αφήνει «χαλαρό» τον έφηβο, αυτός εκμεταλλευόμενος την ασταθή στάση του, θα παραβιάζει την ώρα επιστροφής από τη στιγμή που η πράξη του δεν θα έχει συνέπειες. Συνηθίζει να δέχεται γκρίνια και φωνές αλλά καμία κύρωση για τη συμπεριφορά του. Και φυσικά συνεχίζει να επιδεικνύει την ίδια αδιαφορία για τα όρια που τέθηκαν.
Βασικό είναι και οι δύο γονείς, είτε είναι μαζί, είτε χώρια να έχουν την ίδια στάση στις παραβιάσεις των ωρών επιστροφής στο σπίτι.
Όταν ο έφηβος ξεκινά να βγαίνει, πρέπει να υπάρχει συμφωνία για την ώρα επιστροφής, την οποία είναι υποχρεωμένος να τηρεί. Η ώρα επιστροφής ορίζεται από τους γονείς και τροποποιείται ανάλογα με την ηλικία του εφήβου. Ένας έφηβος στα 13 του δεν μπορεί να έχει την ίδια ώρα επιστροφής με ένα 17χρονο.
Όσο μικρότερη ηλικία, τόσο πιο σταθερή επιβάλλεται να είναι η στάση των γονιών κι όσο μεγαλώνει χρειάζεται μεγαλύτερη ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Είναι υπερβολικό ένας 16χρονος να έχει ώρα επιστροφής στις 10 το βράδυ, κι ένας 13χρονος έφηβος να έχει ώρα επιστροφής στη 1. Σίγουρα εκτός από την ηλικία παίζει ρόλο και η περίσταση. Π.χ αν μια συναυλία ξεκινά πολύ αργά η ώρα επιστροφής μπορεί να μεταφερθεί αργότερα.
Όσο μικρότερη είναι η ηλικία του εφήβου, τόσο πιο εύκολο είναι να αποδεχτεί την τήρηση της ώρας επιστροφής. Χρόνο με το χρόνο όμως αρχίζει να μεγαλώνει η κόντρα με το γονιό.
Διάλογος
Με διάλογο καταλήγουμε σε προσυμφωνημένη ώρα επιστροφής και ο έφηβος δίνει τη συγκατάθεσή του, άρα δεσμεύεται, συμφωνεί, και νιώθει την υποχρέωση να είναι συνεπής.
Αν παραβιαστεί το όριο, τότε επιβάλλεται να υπάρξει συζήτηση και συνέπειες, οι οποίες μπορεί να αφορούν στέρηση μιας άλλης εξόδου. Αν η ώρα καθυστέρησης είναι πολύ μικρή μπορούμε να το τονίσουμε αλλά δεν χρειάζεται υπερβολή.
Ας δούμε ένα πρακτικό παράδειγμα διαχείρισης εφηβικής συμπεριφοράς. Ας υποθέσουμε ότι ο 16χρονος/η γιός/κόρη έχει συμφωνήσει μαζί μας για την ώρα επιστροφής. Μας τηλεφωνεί λίγο πριν τη συμφωνημένη ώρα και ζητάει παράταση: περνάω πολύ ωραία, όλοι οι φίλοι μου είναι εδώ, θα είμαι ο πρώτος/η που θα φύγω, σε παρακαλώ μπορώ να μείνω λίγο ακόμα; Ας υποθέσουμε ότι δίνουμε παράταση μιας ώρας.
Στο μισάωρο χτυπάει πάλι το τηλέφωνο και μας ζητά καινούργια παράταση, επιπλέον μισή ώρα. Του δίνουμε είκοσι λεπτά επιπλέον. Χτυπάει το τηλέφωνο για να ζητήσει τρίτη παράταση. Δεν θα του δώσουμε άλλη. Επιμένουμε και δεν υποχωρούμε. Με αυτό τον τρόπο είμαστε ευέλικτοι αναγνωρίζοντας την ανάγκη του να μείνει λίγο παραπάνω αλλά όχι τόσο παραπάνω ώστε να καταργηθεί το όριο που θέσαμε αρχικά.
Η διάθεση του γονιού για επικοινωνία – συζήτηση – διάλογο και η υπομονή, είναι βασικές προϋποθέσεις ώστε να υπάρχει ομαλό κλίμα και να αποφεύγονται περιττές εντάσεις στην σχέση του με τον έφηβο.
Μη ξεχάσεις να κάνεις ένα Like στη σελίδα μας στο facebook juniorsclub.gr —>ΕΔΩ