Παρόλο που η Διαταραχή της Αισθητηριακής Επεξεργασίας (ΔΑΕ) στα παιδιά είναι πιο συνηθισμένη από τον αυτισμό και το ίδιο συνήθης με τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), δε συγκεντρώνει την υφιστάμενη προσοχή από τους ειδικούς, αφού δεν έχει αναγνωριστεί ως ξεχωριστή διαταραχή.
Σε μία πολύ σημαντική μελέτη του Πανεπιστημίου του SanFransisco, ανακαλύφθηκε ότι παιδιά με ΔΑΕ έχουν υπολογίσιμες διαφορές στη δομή του εγκεφάλου, αποδεικνύοντας για πρώτη φορά τα βιολογικά αίτια της διαταραχής αυτής και διαχωρίζοντάς την από τις νευροαναπτυξιακές διαταραχές. Ένας από τους λόγους που οι ειδικοί είχαν παραβλέψει τη διαταραχή αυτή είναι ότι συχνά εκδηλώνει συννοσηρότητα με τον αυτισμό ή ΔΕΠΥ και δεν έχει καταγραφεί στα ψυχοδιαγνωστικά εγχειρίδια που χρησιμοποιούν οι ψυχίατροι και ψυχολόγοι.
«Μέχρι πρότινος, οι ΔΑΕ δεν είχαν κάποια βιολογικά αίτια», αναφέρει ο Pratik Mukherjee, MD, PhD, καθηγητής ραδιολογίας και βιοϊατρικής απεικόνισης και βιομηχανολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Σαν Φρανσίσκο. «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι υπάρχει μία βιολογική βάση στις διαταραχές αυτές η οποία μπορεί να μετρηθεί και να χρησιμοποιηθεί ως διαγνωστικό εργαλείο».
Η ΔΑΕ επηρεάζει το 5-16% των παιδιών σχολικής ηλικίας. Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα παιδιά αυτά στην επεξεργασία των ερεθισμάτων, σχετίζεται με την υπερευαισθησία στην ακοή, την όραση και την αφή καθώς και με φτωχή λεπτή κινητικότητα και διάσπαση προσοχής: μερικά από τα παιδιά με ΔΑΕ δεν αντέχουν στον ήχο της ηλεκτρικής σκούπας, κάποια δεν μπορούν να κρατήσουν ούτε το μολύβι, ενώ άλλα εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες στην κοινωνικοποίηση. Επιπλέον, η ύπαρξη ενός ήχου που τη μία στιγμή μπορεί να είναι ιδιαίτερα ενοχλητικός για τα παιδιά αυτά, την άλλη μπορεί να γίνεται αντικείμενο αναζήτησης.
«Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες γνώσεις για το πώς μπορούμε να υποστηρίξουμε αυτά τα παιδιά, αφού δεν υπάγονται σε μία από τις παραδοσιακές κλινικές κατηγορίες», δηλώνει η Elysa Marco, MD, συνυπεύθυνη της έρευνας με τη μεταδιδακτορική ερευνήτρια , Julia Owen, PhD.
Τα παιδιά αυτά συχνά αποκαλούνται ως «εκτός συγχρονισμού». Παρόλο που οι γλωσσικές δεξιότητές τους είναι καλές, εμφανίζουν γενικότερες δυσκολίες, ιδιαίτερα στη συναισθηματική διαχείριση και τη διάσπαση της προσοχής. Στην πραγματικότητα, εμφανίζουν δυσκολίες στην αποτελεσματική επεξεργασία των πληροφοριών που δέχονται από το περιβάλλον τους, ενώ συχνά απομονώνονται και παρενοχλούνται από τους συμμαθητές τους.
Στην προαναφερθείσα μελέτη, οι ειδικοί χρησιμοποίησαν έναν ειδικό μαγνητικό τομογράφο (MRI), την απεικόνιση του Τανυστού Διάχυσης (DiffusionTensorImagingDTI) η οποία μετρά τις κινήσεις των μορίων νερού μέσα στον εγκέφαλο προκειμένου να δώσει πληροφορίες για τις αγγειακές οδούς της λευκής ύλης του εγκεφάλου.
Η απεικόνιση του Τανυστού Διάχυσης δείχνει την κατεύθυνση των ιστών της λευκής ύλης καθώς και την ακεραιότητα της λευκής ύλης η οποία είναι σημαντική στην αντίληψη, στη σκέψη και τη μάθηση. Στη μελέτη αυτή εξετάστηκαν 16 αγόρια, 6 έως 11 ετών με ΔΑΕ χωρίς συννοσηρότητα με αυτισμό ή πρόωρη γέννηση, σε σύγκριση με 24 αγόρια που εμφάνιζαν τυπική ανάπτυξη. Η σύγκριση έγινε ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και τον δείκτη νοημοσύνης.
Τόσο οι συμπεριφορές των ασθενών όσο και οι συμπεριφορές των ατόμων της ομάδας ελέγχου καταγράφηκαν αρχικά μέσω ενός ερωτηματολογίου που δόθηκε στους γονείς και στο οποίο αξιολογήθηκε η αισθητηριακή ρύθμιση των παιδιών, δηλαδή το αισθητηριακό προφίλ τους. Η απεικόνιση ανίχνευσε μη φυσιολογικές αγγειακές οδούς στη λευκή ύλη των παιδιών με ΔΑΕ, οι οποίες αρχικά σχετίζονταν με περιοχές στο πίσω μέρος του εγκεφάλου και που λειτουργούν ως συνδέσεις για το ακουστικό, το οπτικό και το σωματοαισθητηριακό σύστημα στην αισθητηριακή επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένων και των δύο εγκεφαλικών ημισφαιρίων.
«Αυτές οι αγγειακές οδοί [στη λευκή ύλη του εγκεφάλου] είναι εξαιρετικά σημαντικές για ένα άτομο που αντιμετωπίζει προβλήματα στην αισθητηριακή επεξεργασία» τονίζει ο Mukherjee. «Οι μετωπιαίες πρόσθιες οδοί της λευκής ύλης εμπλέκονται συχνά στη ΔΕΠΥ και στο αυτιστικό φάσμα. Οι ανωμαλίες που ανακαλύψαμε εντοπίζονται σε μία συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου, δείχνοντας έτσι ότι οι ΔΑΕ μπορεί να είναι νευροανατομικά διακριτές». Η μη φυσιολογική μικροδομή των αισθητηριακών οδών της λευκής ύλης, όπως αναδείχθηκε μέσα από την απεικόνιση του Τανυστού Διάχυσης (DTI) σε παιδιά με ΔΑΕ, πιθανώς μεταβάλλει το χρόνο μετάδοσης των αισθητηριακών ερεθισμάτων, σε τέτοιο βαθμό που παρεμποδίζεται η επεξεργασία τους.
«Είμαστε μόνο στην αρχή, γιατί κανείς δεν πίστευε ότι υπάρχει. Αυτή είναι η πρώτη δομική συγκριτική απεικόνιση των παιδιών που διαγνώσθηκαν με ΔΑΕ στην έρευνα αυτή και παιδιών με τυπική ανάπτυξη. Αποδεικνύεται ότι είναι μία διαταραχή που έχει τα αίτια της στον εγκέφαλο και μας δείχνει ένα σημαντικό δρόμο για τη μετέπειτα αξιόλογησή τους σε κλινικές», λέει η Marco.
Για περαιτέρω πληροφορίες σχετικές με την έρευνα, βλ. Owen, J., P., Marco, E. J., Desai, S., Fourie, E., Harris, E., Hill, S., S., Arnett, B., A., Mukherjee, P., (2013), “Abnormal white matter microstructure in children with sensory processing disorders”, Neuroimage Clinical, 2, p. 844-853.
πηγή: ipaideia