Μια σπουδαία τεχνική αναβάθμιση που έγινε φέτος το φθινόπωρο στο Ψηφιακό Πλανητάριο έχει αποτέλεσμα να προσφέρει 100% καλύτερη εικόνα σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν!
“Ο φιλόδοξος στόχος είναι έως το 2020 όλος ο εξοπλισμός του να έχει αλλάξει από το μηδέν και να υπάρχει ένα σχεδόν καινούριο Πλανητάριο, που θα προσφέρει ακόμη καλύτερη ποιότητα στους θεατές” ανέφερε ο Μάνος Κιτσώνας, γενικός διευθυντής του, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το Πλανητάριο παραμένει ανάμεσα στα κορυφαία διεθνώς από πλευράς μεγέθους και τεχνολογίας, καθώς και ένα από τα πιο γνωστά πλανητάρια στον κόσμο, χάρη στη συνεχή χρηματοδοτική στήριξη που του παρέχει το Ίδρυμα Ευγενίδου.
Την περασμένη σεζόν 2014-15 έκοψε περίπου 250.000 εισιτήρια και φέτος αναμένεται αύξησή τους. Την περίοδο 2015-16 το Πλανητάριο θα προβάλει τρεις νέες δικές του παραγωγές, ενώ από το 2003 έχει κάνει συνολικά 30 ίδιες παραγωγές, κάνοντας ακόμη και εξαγωγές σε άλλα πλανητάρια.
Το Πλανητάριο ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1966, μετά από πρωτοβουλία της Μαριάνθης Σίμου, αδελφής του Ευγένιου Ευγενίδη, η οποία ήταν η πρώτη διαχειρίστρια του ομώνυμου Ιδρύματος. Ο πρώτος του προβολέας ήταν ένας πανάκριβος Mark IV της γερμανικής εταιρείας Carl Zeiss, ύψους έξι μέτρων και βάρους 2,5 τόνων, ο οποίος αποτελεί έκθεμα πλέον, στην ίδια ακριβώς θέση που βρισκόταν στη διάρκεια της λειτουργίας του από το 1966 έως το 1999.
Πρώτος διευθυντής του Πλανηταρίου υπήρξε ο καθηγητής αστρονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρης Κωτσάκης. Τον διαδέχθηκε το 1973 ο Διονύσης Σιμόπουλος, με εμπειρία από πλανητάρια στις ΗΠΑ, ο οποίος προχώρησε σε σημαντικές πρωτοβουλίες εκσυγχρονισμού του Πλανηταρίου και ανοίγματός του στην ελληνική κοινωνία.
Το 2003, μετά από πρωτοβουλία και χρηματοδότηση του προέδρου του Ιδρύματος Νικόλαου Βερνίκου-Ευγενίδη και μετά από έναν εκ βάθρων εκσυγχρονισμό και επέκταση, «αναδύθηκε» το Νέο Ψηφιακό Πλανητάριο, τότε το μεγαλύτερο και καλύτερα εξοπλισμένο ψηφιακό Πλανητάριο στον κόσμο, με επικλινή θολωτή οθόνη διαμέτρου 25 μέτρων και συνολικής επιφάνειας 950 τετραγωνικών μέτρων (όσο δυόμισι γήπεδα του μπάσκετ), ενώ η χωρητικότητά του είναι 280 θέσεις.
Ο νυν πρόεδρος του Ιδρύματος Λεωνίδας Δημητριάδης-Ευγενίδης και ο νέος γενικός διευθυντής Μάνος Κιτσώνας, ηλεκτρολόγος-μηχανικός και πρώην τεχνικός διευθυντής του Πλανηταρίου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Δ.Σιμόπουλο πέρυσι, συνεχίζουν πάνω στα «χνάρια» των προκατόχων τους να εκπαιδεύουν στην επιστήμη και ταυτόχρονα να ψυχαγωγούν γενιές Ελλήνων, μικρούς και μεγάλους. Ο κ.Κιτσώνας έχει διδακτορικό από το ΕΜΠ και εργάζεται στο Πλανητάριο από το 1998.
-Πώς συγκρίνεται το Πλανητάριο με άλλα πλανητάρια του εξωτερικού;
Δεν είμαστε πια το μεγαλύτερο ψηφιακό πλανητάριο στον κόσμο όπως το 2003 – το μεγαλύτερο είναι πλέον της Ναγκόγια στην Ιαπωνία- αλλά παραμένουμε ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα εξοπλισμενα διεθνώς.
Σε μέγεθος θόλου, είμαστε στην πρώτη δεκάδα παγκοσμίως, αλλά και από πλευράς τεχνολογικού εξοπλισμού παραμένουμε στην κορυφή. Επίσης από πλευράς ιδίων παραγωγών, δημοφιλίας και αναγνωρισιμότητας βρισκόμαστε στις κορυφαίες θέσεις.
Είμαστε ένα από τα πιο γνωστά πλανητάρια στον κόσμο. Συνολικά, στον κόσμο υπάρχουν πάνω από 3.000 πλανητάρια, ενώ τα μεγάλα είναι περίπου 300. Στην Ελλάδα υπάρχει άλλο ένα μεγάλο πλανητάριο στη Θεσσαλονίκη με θόλο 18 μέτρων.
-Αντιμετώπισε ποτέ σοβαρά προβλήματα το Πλανητάριο, π.χ. από σεισμό ή βλάβη;
Όχι, ευτυχώς το Πλανητάριο δεν έχει αντιμετωπίσει κάποιο κίνδυνο. Έχουμε βέβαια κάποιο άγχος, επειδή το Πλανητάριο δουλεύει επτά μέρες την εβδομάδα από το πρωί έως το βράδυ. Τα Σαββατοκύριακα έχουμε 22 παραστάσεις, όσες κανείς άλλος χώρος. Μετά το 2003, το Πλανητάριο δεν έχασε πάνω από μία ή δύο παραστάσεις το πολύ.
Δεν κλείσαμε ποτέ για μια ολόκληρη μέρα λόγω τεχνικών προβλημάτων. Έχουμε αρνητικό ρεκόρ χαμένων παραστάσεων χάρη στην προηγμένη τεχνολογία μας.
-Προβλέπεται κάποια περαιτέρω τεχνική ή άλλη αναβάθμισή του στο μέλλον;
Έχουμε ήδη κάνει μεγάλες αναβαθμίσεις όλα αυτά τα χρόνια, καθώς ένα ψηφιακό σύστημα όπως το δικό μας, αν δεν ανανεωθεί, είναι ξεπερασμένο. Το Ίδρυμα έχει αποφασίσει να κρατήσει το Πλανητάριό του στην κορυφή παγκοσμίως, γι’ αυτό περιοδικά ξοδεύει χρήματα για την αναβάθμισή του.
Έχουμε αλλάξει υπολογιστές τρεις φορές από το 2003, την τελευταία φορά πέρυσι, και φέτος το καλοκαίρι κάναμε αναβάθμιση στους προβολείς και σε άλλα συστήματά μας. Με τη νέα σεζόν, από φέτος τον Σεπτέμβριο, η φωτεινότητα της εικόνας έχει πλέον βελτιωθεί κατά 100% σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν 2014-15.
Τα επόμενα χρόνια, η ποιότητα θα αυξηθεί κι άλλο, καθώς θα αλλάξουμε το ηχητικό μας σύστημα, θα αλλάξουμε ξανά υπολογιστές και προβολείς. Ο στρατηγικός στόχος μας είναι, τουλάχιστον έως το 2020, να έχουν αλλαχθεί όλα από το μηδέν, δηλαδή θα έχουμε ένα σχεδόν καινούριο πλανητάριο.
Το κόστος θα είναι γύρω στο ένα εκατομμύριο δολάρια. Όσον αφορά τον θόλο, τον καθαρίζουμε κάθε χρόνο, πράγμα που κοστίζει, αλλά είναι σημαντικό για τους θεατές. Έρχεται ένα εξειδικευμένο συνεργείο από αναρριχητές, παλαιότερα ξένους, αλλά τώρα βρήκαμε Έλληνες.
-Πόσες δικές σας παραγωγές θα προβάλετε στη φετινή σεζόν και πόσες έχετε συνολικά παράγει μέχρι σήμερα;
Για το 2015-16 το Πλανητάριο θα προβάλει τρεις νέες δικές του παραγωγές: Το «Σύμπαν του Χαμπλ» και τους «Παράξενους κόσμους» που ήδη προβάλλονται, καθώς και μία τρίτη, για την οποία δεν έχουμε ακόμη τελικό τίτλο, η οποία θα ξεκινήσει τον Φεβρουάριο και θα αφορά τη ζωή στο σύμπαν.
Επίσης θα προβληθούν τρεις νέες ταινίες θόλου και μία νέα παιδική παράσταση. Από το 2003, το Πλανητάριο έχει συνολικά κάνει την παραγωγή 30 δικών του ταινιών και έχει προβάλει περίπου άλλες 20 ξένες παραγωγές.
-Τι σημαίνει η παραγωγή μιας πλανηταριακής ταινίας στην Ελλάδα;
Για την παραγωγή μιας ψηφιακής παράστασης από το Πλανητάριό μας χρειάζονται γύρω στα δύο χρόνια, ενώ απασχολείται μια ομάδα περίπου δέκα συνεργατών. Διαθέτουμε στούντιο “post-production” (μετά την παραγωγή) και ήχου, αλλά όχι στούντιο παραγωγής γραφικών.
Τα γραφικά των ταινιών μας δεν τα παράγουμε εμείς, επειδή είναι πολύ υψηλών απαιτήσεων εξαιτίας του μεγάλου μεγέθους της οθόνης, έτσι τα αγοράζουμε από τρίτους.
-Έχετε εξάγει δικές σας παραγωγές σε άλλα πλανητάρια;
Συνολικά, έχουμε εξάγει τρεις πλανηταριακές ταινίες. Πιο πετυχημένο είναι το «’Αστρο των Χριστουγέννων», όπου τα δικαιώματα είναι εξ ολοκλήρου δικά μας και η οποία έχει κάνει πωλήσεις σε ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία, Αυστρία κ.α.
Διεθνώς υπάρχει μια μεγάλη και ανταγωνιστική αγορά για ταινίες πλανηταρίων. Για παράδειγμα, το πλανητάριο της Ν.Υόρκης μπορεί να ξοδέψει για μια παραγωγή του πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια.
Φυσικά εμείς εδώ αυτά τα ποσά δεν μπορούμε ούτε κατά διάνοια να τα φθάσουμε και γι΄αυτό, άλλωστε, είναι πολύ δύσκολο να μπεις σε αυτή τη διεθνή αγορά των λεγόμενων ταινιών “full dome” (πλήρους θόλου).
-Τι διαφέρει μία ψηφιακή παράσταση από μία ταινία θόλου;
Η ψηφιακή παράσταση παίζεται από υπολογιστές και από προβολείς περιμετρικά γύρω από τον θόλο. Έχουμε έξι προβολείς που ο καθένας παίζει το ένα έκτο της παράστασης και με ένα σύστημα αυτοματισμού ενοποιούνται, ώστε να φαίνονται σε μια ενιαία εικόνα.
Πέρα από αυτό το βασικό σύστημα του Πλανηταρίου, επιπλέον έχoυμε εγκαταστήσει από το 2003 ένα σύστημα ταινιών θόλου μεγάλης επιφάνειας (giant screen cinema), γνωστό και ως ΙΜΑΧ. Πρόκειται για ένα όχι ψηφιακό, αλλά αναλογικό φιλμ ειδικής μορφής με πολύ μεγάλο καρέ 15/70.
Υπάρχει μία μόνο μηχανής προβολής που βρίσκεται στο κέντρο της αίθουσας και με ένα ευρυγώνιο φακό προβάλλει την ταινία σε όλη την οθόνη. Παρόλο που πρόκειται για ένα παλαιότερο αναλογικό σύστημα, σε μια τόσο μεγάλη οθόνη η ποιότητα θέασης παραμένει καλύτερη σε σχέση με το ψηφιακό σύστημα. Κάποια στιγμή βέβαια τα ψηφιακά συστήματα θα την ξεπεράσουν.
Σήμερα οι ψηφιακές παραστάσεις έχουν καλύτερη φωτεινότητα, αλλά όχι τόσο καλή αντίθεση στα χρώματα. Συνεπώς, για τον θεατή η ποιότητα μια ταινίας θόλου είναι κάπως καλύτερη από ό,τι μιας ψηφιακής παράστασης. Οι ταινίες θόλου (ΙΜΑΧ) που προβάλλουμε, είναι πάντα ξένες παραγωγές.
Το ένα πέμπτο των παραστάσεών μας είναι ταινίες θόλου και οι υπόλοιπες ψηφιακές παραστάσεις. Το σύστημα ΙΜΑΧ είναι πολύ ακριβό στην αγορά και στη συντήρησή του, ενώ και οι αντίστοιχες ταινίες από το εξωτερικό είναι πολύ πιο ακριβές από τις ψηφιακές.
Όμως το τοποθετήσαμε για να εμπλουτίσουμε το πρόγραμμά μας και με θέματα που δεν είναι αστρονομικά. Έως το 2020, θα απεγκαταστήσουμε το αναλογικό αυτό σύστημα και δεν θα προβάλουμε πια αναλογικές ταινίες ΙΜΑΧ. Το νέο ενιαίο πλήρως ψηφιακό σύστημα που θα εγκατασταθεί στο μέλλον και θα αντικαταστήσει και το υπάρχον ψηφιακό σύστημα, θα μπορεί να προβάλει τόσο ψηφιακές παραστάσεις, όσο και ψηφιακές ταινίες ΙΜΑΧ.
-Πώς εξελίσσονται τα εισιτήρια και πόσο σάς έχει επηρεάσει η κρίση;
Αν και το κόστος του Πλανηταρίου είναι μεγάλο, έχουμε κρατήσει χαμηλά τα εισιτήρια των παραστάσεών μας και δεν τα έχουμε αυξήσει καθόλου από το 2003. Μάλιστα συνεχώς κάνουμε προσφορές δωρεάν εισιτηρίων, περίπου 20.000 έως 25.000 τον χρόνο, κυρίως σε σχολεία, ενώ συχνά κάνουμε δωρεάν παραστάσεις σε ειδικές περιστάσεις.
Πέρυσι είχαμε περίπου 250.000 εισιτήρια. Στο ξεκίνημα του νέου Πλανηταρίου, το 2003, κόψαμε περίπου 400.000 εισιτήρια, μετά για μερικά χρόνια σταθεροποιηθήκαμε γύρω στα 300.000 εισιτήρια και με την κρίση, μετά το 2009, υπήρξε μια σημαντική πτώση, πέφτοντας έως τα 190.000 το 2012.
Μετά το 2013 άρχισε πάλι η αύξηση των εισιτηρίων. Φέτος φαίνεται ήδη μια ανοδική τάση και περιμένουμε να ξεπεράσουμε τα 250.000. Περίπου τα μισά εισιτήρια αφορούν σχολεία και τα άλλα μισά το γενικό κοινό. Γενικότερα, η κρίση επηρέασε αρνητικά περισσότερα τα εισιτήρια από τα σχολεία -κυρίως λόγω των εξόδων μετακίνησής τους με πούλμαν- και όχι το γενικό κοινό.
-Είναι κερδοφόρο το Πλανητάριο;
Τα έσοδά του Πλανηταρίου, της Διαδραστικής Έκθεσης -που έχει περίπου 25.000 έως 30.000 εισιτήρια ετησίως- και των άλλων δραστηριοτήτων ασφαλώς δεν καλύπτουν τα έξοδά του και έτσι το Ίδρυμα Ευγενίδου πρέπει να συνεισφέρει από την περιουσία του.
Το Ίδρυμα βάζει πολλά χρήματα κάθε χρόνο, χωρίς να παίρνει χρήματα από το κράτος, ούτε από εξωτερικό χορηγό, ούτε από ευρωπαϊκά προγράμματα, καθώς θέλει να κρατήσει την ανεξαρτησία του.
πηγή: AΠΕ/ΜΠΕ