Στο πλαίσιο του Έτους Ελλάδας – Ρωσίας 2016 και με την πεποίθηση ότι η επιστήμη μπορεί να αποτελέσει δίαυλο επικοινωνίας και όχημα σύσφιξης σχέσεων μεταξύ των χωρών, ο Τομέας Έρευνας και Καινοτομίας του Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων πραγματοποίησε σήμερα την υπογραφή Συμφώνου Συνεργασίας με το αντίστοιχο Υπουργείο Παιδείας και Επιστήμης της Ρωσικής Ομοσπονδίας, θέτοντας τις βάσεις για μελλοντικές ευρύτερες συνεργασίες.
To Σύμφωνο υπέγραψαν από την πλευρά της Ρωσίας η Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας και Επιστήμης της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Ludmila Ogorodovaκαι από την ελληνική πλευρά ο Αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας, Κώστας Φωτάκης.
Η συμφωνία αυτή σηματοδοτεί την αρχή μιας πρωτοποριακής συνεργασίας, η οποία με εφαλτήριο τις καίριες Κβαντικές Τεχνολογίες μπορεί να προχωρήσει, πέρα από κοινά ερευνητικά έργα και ανταλλαγές επιστημόνων, σε από κοινού επενδύσεις και ερευνητικές υποδομές καθώς και σε αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας από ιδρύματα και εταιρίες προς όφελος της εθνικής οικονομίας και της απασχόλησης, σε τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Η συνεργασία στον τομέα των Κβαντικών Τεχνολογιών δεν είναι τυχαία.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες η Ελλάδα έχει αναπτύξει ερευνητικά κέντρα αριστείας διεθνώς αναγνωρισμένα στον αναδυόμενο τομέα των κβαντικών τεχνολογιών, ο οποίος αποτελεί αιχμή για την έρευνα, με ευρύτατο φάσμα καινοτομικών εφαρμογών, όπως σε συστήματα επόμενης γενιάς του τομέα της πληροφορικής, στην ασφάλεια και ταχύτητα τηλεπικοινωνιών, στην βελτίωση της ακρίβειας και ευαισθησίας διαγνωστικών τεχνικών, σε νέα έξυπνα υλικά, στην νανοτεχνολογία, στον καθορισμό προτύπων για το εμπόριο και τη βιομηχανία, στην ιατρική και στην πολιτισμική κληρονομιά για να αναφέρουμε μόνο μερικές. Ο χώρος της Έρευνας και Καινοτομίας έχει να επιτελέσει σημαντικό ρόλο, και δημιουργώντας νέους θύλακες αριστείας και άμιλλας ανάμεσα στους νέους να βοηθήσει στην ανάταξη της παραγωγικής δυναμικής της χώρας, και να εμπνεύσει όραμα, και προοπτική για όλους.
Οι Κβαντικές Τεχνολογίες στην πρωτοπορία της γνώσης έχουν ήδη αναδείξει ένα σαφές δυναμικό για σημαντικές καινοτόμες εφαρμογές σε πεδία που θα αποτελέσουν και τις τέσσερις θεματικές στις οποίες βασίζεται το σύμφωνο συνεργασίας, την Κβαντική Νανο-ηλεκτρονική, τη Νανοφωτονική, την Κβαντική Πληροφορία – Επικοινωνία και τα Μεταϋλικά.
Οι Κβαντικές Τεχνολογίες δίνουν ιδιαίτερη ευκαιρία αξιοποίησης του επιστημονικού δυναμικού των δύο χωρών. Προσφέρουν μεγάλη δυνατότητα τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ελλάδα – λόγω των σημαντικών ερευνητικών κέντρων που ήδη διαθέτουν και την προθυμία των βασικών παραγόντων σε αυτό τον τομέα – να εργαστούν από κοινού.
Οι δύο χώρες αναγνωρίζουν τη σημασία της Επιστήμης και της Τεχνολογίας στην ανάπτυξη των εθνικών τους οικονομιών και επιθυμούν την ενδυνάμωση της συνεργασίας τους στη βάση της αμοιβαίας ωφέλειας.
Όπως ορίζει το σύμφωνο, η πρώτη πρόσκληση για υποβολή προτάσεων στον τομέα των Κβαντικών Τεχνολογιών θα ξεκινήσει μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2016 και θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Ιουλίου 2016. Η χρηματοδότηση θα ανέλθει στο ύψος του 1 εκ. ευρώ για κάθε μία από τις τέσσερις προτάσεις και η διάρκεια υλοποίησης των προγραμμάτων θα είναι από 24 έως 36 μήνες.
Στην πρόσκληση έχουν δικαίωμα συμμετοχής ερευνητικά ινστιτούτα, ερευνητικά κα τεχνολογικά κέντρα και Οργανισμοί, Πανεπιστήμια, δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες και άλλοι ερευνητικοί οργανισμοί, επαγγελματικές κοινότητες και τεχνολογικές πλατφόρμες, των δύο χωρών.
Υπεύθυνοι συντονισμού της εφαρμογής του Συμφώνου ορίζονται από τη ρωσική πλευρά το Διεθνές Τμήμα του Υπουργείου Παιδείας και Επιστήμης της Ρωσικής Ομοσπονδίας και από την ελληνική πλευρά, η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας ενώ η χρηματοδότηση γίνεται μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας, Επιχειρηματικότητας & Καινοτομίας (ΕΠΑΝΕΚ).
Η ισχύς του Συμφώνου μπαίνει σε εφαρμογή από την ημέρα της υπογραφής του και για τα επόμενα δύο χρόνια, με αυτόματη προέκταση άλλων δύο χρόνων. Τέλος, τα επιστημονικά και τεχνολογικά αποτελέσματα των συνεργαζόμενων προγραμμάτων μπορούν να δημοσιευθούν, να εκδοθούν και να αξιοποιηθούν σε εμπορικές δραστηριότητες με τη συγκατάθεση των δύο πλευρών.