O μυθολογικός χαρακτήρας του Κυανοπώγωνα δεν ήταν παρά ένας λαϊκός μεσαιωνικός θρύλος της Γαλλίας που μετέτρεψε σε παραμύθι ο μεγάλος παραμυθάς Σαρλ Περό κατά τον 17ο αιώνα («Ιστορίες των περασμένων χρόνων»).
Ο Κυανοπώγων ήταν λοιπόν το παρατσούκλι ενός μεγάλου και ένδοξου ιππότη που είχε μπλε γένια και την κακιά συνήθεια να σκοτώνει τις συζύγους του. Ο γαλλικός μύθος τον ήθελε μάλιστα να είναι βαρόνος από τη Βρετάνη, όπως και ο Ζιλ ντε Ρε, που έζησε τον 15ο αιώνα και καταδικάστηκε ως κατά συρροή δολοφόνος παιδιών!
Ο Κυανοπώγωνας βασίζεται λοιπόν χαλαρά στην πραγματική ιστορία του «πιο ειδεχθή εγκληματία όλων των εποχών», όπως τον έχουν ονομάσει οι ιστορικοί, μιας και αυτός σκότωνε παιδιά και όχι συζύγους.
Ο βαρόνος ντε Ρε, στρατάρχης της μεσαιωνικής Γαλλίας και σύντροφος στα όπλα της ίδιας της Ιωάννας της Λωραίνης, έμεινε να περάσει στα ιστορικά κιτάπια όχι για τους πολεμικούς του άθλους ή τα ζηλευτά του πλούτη, αλλά για τα ανατριχιαστικά σεξουαλικά εγκλήματά του κατά ανηλίκων, καθώς μετά τις στρατιωτικές του περιπέτειες στράφηκε στους βιασμούς, ακρωτηριασμούς και φόνους περισσότερων από 150 παιδιών, έστω κι αν οι πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις θέλουν τον αριθμό των θυμάτων του να υπερβαίνει ακόμα και τα 800!
Ο ευγενής του 15ου αιώνα, ξακουστός για την ανδρεία του αλλά και την πολεμική συνδρομή του στη Ζαν ντ’ Αρκ κατά τις πολιορκίες της Λωραίνης και του Παρισιού, έζησε την ανεπανάληπτη φήμη αλλά και την κατακλυσμιαία πτώση όσο λίγοι, με την ιστορία του να καταλήγει στην εκτέλεσή του το 1440 ως ο άμεσος πρόδρομος όλων των μελλοντικών serial killer της οικουμένης.
Από τα αμύθητα οικογενειακά πλούτη στη φτώχεια και το έλεος των τοκογλύφων και από την κορυφή της γαλλικής κοινωνίας στα Τάρταρα των ανήλιαγων μπουντρουμιών, ο Ζιλ ντε Ρε συνόψισε με τη ζωή του τις σπατάλες των μεσαιωνικών ευγενών, καθώς η εξαλλοσύνη του όρια δεν γνώριζε.
Η Ιστορία θα του εξασφάλιζε βέβαια σαφώς μεγαλύτερο ρόλο από αυτό, καθώς ο βαρόνος έχει μείνει γνωστός ως ένα από τα πλέον διαβόητα «τέρατα» του ανθρώπινου είδους, κάνοντας το όνομά του συνώνυμο της βαναυσότητας και της διαστροφής, προσλαμβάνοντας ανά τους αιώνες μυθικές διαστάσεις.
Όταν απαγχονίστηκε και κάηκε σε ηλικία 36 ετών, ο στρατηγός από τη Βρετάνη είχε ήδη ζήσει τη διαστροφή και το έγκλημα στο πετσί του, καθώς τα 80-150 ανήλικα θύματά του είχαν σοδομιστεί, κακοποιηθεί σωματικά και δολοφονηθεί εντέλει, εξασφαλίζοντάς του μια παράδοξη υστεροφημία αλλά και έναν τεράστιο μύθο να περιβάλλει τα εγκληματικά χρονικά του.
Η ζωή και το τέλος του πανίσχυρου φεουδάρχη και στρατάρχη της Γαλλίας συνεχίζει να στοιχειώνει την Ευρώπη (παρά το γεγονός ότι στη χώρα μας είναι άγνωστος, όπως και ο μύθος του Κυανοπώγωνα εξάλλου) εδώ και περισσότερα από 550 χρόνια, μπολιάζοντας το συλλογικό ασυνείδητο της Γηραιάς Ηπείρου με το τρομακτικό λυκόφως του serial killer. Ο Ζιλ ντε Ρε ήταν και παραμένει το αρχέτυπο του μπαμπούλα που στοιχειώνει τα όνειρα των παιδιών και δίνει πρόσωπο στους φόβους, αν και η ίδια αινιγματική ιστορία μπορεί να ιδωθεί κάλλιστα και ως υπόμνηση στη ζοφερή περίοδο του Εκατονταετούς Πολέμου, την ηθική και την ιδεολογία της.
Ενσάρκωση της προκλητικότητας και της απύθμενης αχρειότητας του ανθρώπινου παράγοντα, ο Ζιλ ντε Ρε έχει αναγκάσει Ιστορία και τέχνη να ασχολούνται διαχρονικά μαζί του, καθώς συγγραφείς, ιστορικοί και στοχαστές τον έχουν αποκαλέσει κατά καιρούς από πρόδρομο του μαρκησίου Ντε Σαντ και πρώτο σαδιστή ήρωα της σύγχρονης εποχής μέχρι αφελέστατο Φάουστ και σύμβολο του κακού τύπου Βλαντ Τέπες!
Ο παντοδύναμος άρχοντας με την αμύθητη περιουσία και σύντροφος-προστάτης της Παρθένου της Ορλεάνης ήταν ένας ατρόμητος και ανηλεής χριστιανός ιππότης που έφτασε να γίνει στρατάρχης της Γαλλίας στα μόλις 23 του χρόνια, για να δοκιμάσει μετά κατά την απόσυρσή του στους πύργους του (μετά τον θάνατο της Ιωάννας της Λωρραίνης) όλους τους απαγορευμένους καρπούς της ανθρώπινης ματαιότητας: ασχολείται με τα γράμματα και τις τέχνες, θέλει να φτιάξει χρυσάφι και να γίνει αθάνατος μέσα από την αλχημεία, διασπαθίζει την τεράστια περιουσία του στη μεγαλομανία και επιδίδεται τέλος στα φρικιαστικότερα εγκλήματα που ξέρει ο άνθρωπος: βιασμούς, βασανιστήρια και σφαγές παιδιών.
Διεστραμμένοι φονιάδες, όπως ο ψυχοπαθής κατά συρροή παιδοκτόνος Άλμπερτ Φις, που δολοφονούσε, ακρωτηρίαζε και γευόταν τα ανήλικα θύματά του, τον είχαν πάντα πρότυπό τους…
Τα πρώτα χρόνια
Ο Ζιλ ντε Λαβάλ, βαρόνος του Ρε, γεννιέται το 1404-1405 στο πατρικό κάστρο της γαλλικής Ανζού ως γιος μιας αριστοκρατικής ένωσης που έφερε στην ιδιοκτησία των γονέων του τεράστιες εκτάσεις στη Βρετάνη. Όταν μάλιστα παντρεύτηκε και ο ίδιος το 1420 μια γόνο ευγενικής καταγωγής, η περιουσία του ήταν πια τόσο αμύθητη που τον έφερνε στις πρώτες θέσεις των ευρωπαίων γαιοκτημόνων! Τόσο πλούσιος ήταν. Στα χρόνια εξάλλου της υπερβολής του, όλοι παραδέχονταν ότι ζούσε πολυτελέστερη ζωή και από τον γάλλο μονάρχη ακόμα.
Ο μικρός μεγαλώνει λοιπόν μέσα στα πλούτη της μεσαιωνικής φεουδαρχίας και λαμβάνει την ανώτερη δυνατή εκπαίδευση στα γράμματα και τον πόλεμο. Πανέξυπνος από μικρός, έμαθε άπταιστα λατινικά και ελληνικά, αλλά και εντρύφησε στις κλασικές τέχνες και τις ανθρωπιστικές σπουδές, την ίδια ώρα που διακρινόταν και στα αθλήματα. Ως διάδοχος εξάλλου του φημισμένου Οίκου των Μονμορενσί-Λαβάλ, ο μικρός Ζιλ εκπαιδεύτηκε στις πολεμικές τέχνες και την αυλική συμπεριφορά, σημειώνοντας και πάλι εξαιρετικές επιδόσεις στη στρατιωτική εκπαίδευση και το πρωτόκολλο της αριστοκρατίας.
Το 1415 οι γονείς του πεθαίνουν με διαφορά λίγων μηνών και τόσο ο ίδιος όσο και ο μικρότερος αδερφός του πάνε να ζήσουν με τον παππού τους, ο οποίος κανονίζει από την αρχή συνοικέσια για το 10χρονο αγόρι με εύπορες νύφες της Γαλλίας, καταφέρνοντας το 1420 να τον παντρέψει με αριστοκράτισσα της Βρετάνης. Το μόνο παιδί της ένωσης αυτής, η Μαρί, θα έρθει στον κόσμο το 1429.
Μέχρι τότε βέβαια ο Ζιλ θα έχει ήδη δει εδώ και κάμποσα χρόνια πολεμική δράση, καθώς ήδη από 16 χρονών παιδί πήρε μέρος στις εμφύλιες συγκρούσεις για τον αριστοκρατικό θώκο της Βρετάνης, μετρώντας τα πρώτα ανδραγαθήματά του στο πεδίο της μάχης, όπως την απελευθέρωση του Δούκα της Βρετάνης από τον νεαρό ιππότη! Αυτές οι μάχες θα ήταν η δική του περίοδος πολεμικής μαθητείας, καθώς σύντομα θα μπλεκόταν στον Εκατονταετή Πόλεμο που θα τον έφερνε στη θέση του αρχιστράτηγου της Γαλλίας…
Ο ντε Ρε στο πλευρό της Παρθένου της Ορλεάνης
Ντυμένος με την καλύτερη δυνατή πανοπλία, κατασκευασμένη στο Μιλάνο, o Ζιλ ίππευε το άλογό του και κατέφτανε στη βασιλική αυλή του Καρόλου Ζ’ το 1425, καθώς τώρα η φήμη του τον ακολουθούσε. Πλέον περνούσε τη μέρα του ασκούμενος στην ξιφασκία, την κονταρομαχία και την πάλη, αν και ήθελε να ξαναζήσει τη συγκίνηση του πολέμου. Μια πρώτης τάξεως ευκαιρία θα παρουσιαζόταν μόλις θα ξεσπούσε άλλη μια σπίθα του Εκατονταετούς Πολέμου.
Οι νέες μάχες των Γάλλων με τους Άγγλους και τους βουργουνδούς συμμάχους τους θα φέρουν τον νεαρό ντε Ρε και πάλι στο πεδίο της μάχης, δίπλα πια στην Ιωάννα της Λωραίνης! Διοικητής του δικού του σώματος, ο Ρε διακρίθηκε ως σχετικά ικανός μεν, αλλά ιδιαιτέρως βίαιος και ανηλεής στρατηγός στις νέες μάχες του Εκατονταετούς Πολέμου, παίρνοντας μέρος σε πολλές ξακουστές εχθροπραξίες, όπως η περιβόητη Πολιορκία της Ορλεάνης το 1429.
Από το 1427-1435, ο ντε Ρε υπηρέτησε στον γαλλικό στρατό ως διοικητής και απέκτησε ζηλευτή φήμη για την παράτολμη γενναιότητά του. Μέσω των οικογενειακών διασυνδέσεων αλλά και των προσωπικών του θριάμβων, ο Ζιλ επιλέγεται ως ένας από τους τέσσερις βαρόνους που επέβλεψαν τη στέψη του Καρόλου Ζ’ ως βασιλιά της Γαλλίας στις 17 Ιουλίου 1429, την ίδια δηλαδή μέρα που ο νέος μονάρχης έχρισε τον 23χρονο ιππότη του στρατάρχη όλων των γαλλικών στρατευμάτων!
Μετά και τον θρίαμβό του κατά την Πολιορκία της Ορλεάνης, ο ντε Ρε τιμάται με νέα προνόμια και τίτλους ιδιοκτησίας και είναι πια όχι μόνο ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της ευρωπαϊκής ηπείρου αλλά και ένα από τα πλέον προβεβλημένα της φεουδαρχικής Γαλλίας.
Είναι στην κορυφή του κόσμου, αν και όλα έμελλε να αλλάξουν και μάλιστα σύντομα: τον Μάιο του 1431, η Ιωάννα της Λωραίνης καίγεται στην πυρά. Ο Ζιλ δεν είναι παρόν, όπως όμως μαρτυρούν οι αναφορές, ήταν το γεγονός που άλλαξε τον ρου της ζωής του, καθώς τώρα έφερε βαρέως το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να σώσει την πολεμική του σύντροφο από τη ρετσινιά της αιρετικής. Ένα ακόμα γεγονός θα σηματοδοτήσει την έναρξη της πτώσης του: στις 15 Νοεμβρίου 1432 πεθαίνει ο παππούς του και για να δείξει δημοσίως τη δυσαρέσκειά του για το τρύπιο χέρι του εγγονού του, αφήνει το σπαθί και την πανοπλία του στον μικρότερο αδερφό του ντε Ρε, ατιμάζοντάς τον έτσι σε πρωτόγνωρο βαθμό…
Η γέννηση του serial killer
Με την κατασυκοφάντηση και τον μαρτυρικό θάνατο της Ιωάννας της Λωραίνης να τον στοιχειώνει, ο Ζιλ ντε Ρε παραιτείται από τα υψηλόβαθμα καθήκοντά του το 1432 και αποσύρεται στα κάστρα του στη Βρετάνη. Στα επόμενα χρόνια θα αποτραβηχτεί ακόμα περισσότερο από τη δημόσια σφαίρα, ζώντας πια σχεδόν ερημίτης στους πύργους του.
Πλέον περνά την ανιαρή του μέρα, καθώς ήταν πάντα λάτρης της συγκίνησης του πολέμου, διαβάζοντας αποκρυφιστικά κείμενα και εντρυφώντας στην αλχημεία, προσπαθώντας κι αυτός με τη σειρά του να φτιάξει χρυσό αλλά και το ελιξίριο της αθανασίας με βάση τις μυστικιστικές διδαχές των μεγάλων αλχημιστών.
Σε αυτό έπαιξε σίγουρα ρόλο ότι μέχρι το 1433 είχε ξοδέψει ένα πολύ σεβαστό μέρος του αμύθητου πλούτου του, καθώς τόσο η τρυφηλή ζωή του όσο και οι υπερβολές του παραήταν δαπανηρές.
Οι λειτουργίες στα παρεκκλήσια των κάστρων του ήταν πιο μεγαλειώδεις και λαμπρές και από τους καθεδρικούς ναούς των γαλλικών πόλεων ακόμα, την ίδια ώρα που τα κολοσσιαία ποσά που ξόδευε αριστερά και δεξιά μείωναν την περιουσία του αισθητά. Μέσα σε όλα, ο ντε Ρε άρχισε να κατασκευάζει έναν καινούριο και περίλαμπρο ναό μέσα στα κτήματά του, την ίδια ώρα που ήθελε να ανεβάσει ένα φαντασμαγορικό θεατρικό θέαμα με 500 και πλέον κομπάρσους επί σκηνής! Μέχρι το ανέβασμα βέβαια της μοιραίας παράστασης, ο μεγαλομανής ντε Ρε ήταν σχεδόν στον άσο και τώρα άρχιζε να ξεπουλά τη γη του.
Στις αρχές του 1433, μόλις δύο κάστρα ήταν στην κατοχή του, καθώς η περιουσία του είχε κάνει φτερά, αν και δεν έμοιαζε αποφασισμένος να σταματήσει τις σπατάλες. Όσο για την περιβόητη παράσταση που τον έφερε στο χείλος της χρεοκοπίας, ανέβηκε τελικά στις 8 Μαΐου 1435 για να τον ξετινάξει οικονομικά, καθώς τα 600 κοστούμια των κομπάρσων φτιάχνονταν εκ νέου έπειτα από κάθε παράσταση!
Την ίδια χρονιά, η σύζυγος και οι συγγενείς του κατάφεραν να του απαγορεύσουν να ξεπουλά τα υπάρχοντά του με βασιλικό διάταγμα (2 Ιουλίου 1435) και ο ίδιος εντρυφούσε πια ολημερίς και ολονυχτίς στον αποκρυφισμό και την αλχημεία. Τότε ήταν που ξεκίνησε και το εγκληματικό του σαφάρι, με την απαγωγή, τον σοδομισμό, τους βασανισμούς και τις δολοφονίες των νεαρών αγοριών, καθώς όπως ομολόγησε στη δίκη του ήταν ομοφυλόφιλος και στο παιδόφιλο στόχαστρό του είχε κυρίως αγόρια. Στα θύματά του περιλαμβάνονταν βέβαια και κορίτσια.
Η σεξουαλική κακοποίηση και ο φόνος των παιδιών ξεκίνησαν από το 1433, κατά τη μεταγενέστερη ομολογία του, και ο τρόπος δράσης του συνεχίζει να προκαλεί ανατριχίλες. Ο παιδεραστής και παιδοκτόνος Ζιλ παρέσυρε κυρίως νεαρά αγόρια στο κάστρο του με κάποια πρόφαση και τα κρεμούσε με αλυσίδες από το ταβάνι των κελαριών του. Πριν χάσουν τις αισθήσεις τους, τα κατέβαζε και τα διαβεβαίωνε σαδιστικά πως δεν επρόκειτο να τους κάνει κακό. Στη συνέχεια τα έγδυνε και τα βίαζε, πριν ο ίδιος ή κάποιος από τους έμπιστους ακολούθους του τα βασανίσει, τα ακρωτηριάσει και τους κόψει τελικά τον λαιμό ή τα αποκεφαλίσει.
Κατόπιν παλούκωνε τα κεφάλια στην προσωπική του συλλογή ώστε να καμαρώνει τα αποκτήματά του αλλά και να ρωτά τους υπηρέτες και συνενόχους του ποιο ήταν το πιο όμορφο.
Την ίδια εποχή, πέφτει θύμα φλορεντινών τσαρλατάνων πνευματιστών που του υπόσχονται συμφωνίες με τον Εωσφόρο για αμύθητα πλούτη και εξουσία, την ίδια ώρα που ο αποκρυφισμός θα τον φέρει στα πρόθυρα της τρέλας. Ταυτοχρόνως, συνεχίζει να ξεπουλά τα υπάρχοντά του και, όπως λέγεται, όταν εγκατέλειψε οριστικά την Ορλεάνη τον Σεπτέμβριο του 1435, η ευρύτερη περιοχή ήταν γεμάτη από έργα τέχνης, σπάνια χειρόγραφα και άλλους ανεκτίμητης αξίας θησαυρούς των κάστρων του, που πλέον έχουν περάσει στα χέρια των δανειστών του. Ακόμα και τα χρυσάφια των παρεκκλησιών του ξεπουλά με μεγάλο προσωπικό κόστος, καθώς ήταν πάντα ευσεβής χριστιανός και ντρεπόταν πολύ γι’ αυτό.
Σχεδόν απένταρος και παρίας της κοινωνίας τώρα, καθώς ο μονάρχης είχε στραφεί εναντίον του και ο Ζιλ δεν διέθετε πια κανένα πολιτικό κύρος ή θέση ευθύνης, ήταν βορά στο έλεος των ανταγωνιστών του, που εποφθαλμιούσαν τα εδάφη του…
Δίκη και εκτέλεση
Με τα αυτιά τους ανοιχτά στις φήμες για τα εγκλήματα του ντε Ρε και τα μάτια τους στραμμένα στη γη του, τόσο ο πρώην προστάτης του βαρόνου, Δούκας της Βρετάνης, όσο και ο επίσκοπος της Ναντ αποφασίζουν να ερευνήσουν τις κατηγορίες έπειτα από μια λογομαχία που είχε ο ευγενής με έναν εφημέριο, η οποία κατέληξε στην απαγωγή του παπά από τον Ζιλ!
Το ημερολόγιο έγραφε 15 Σεπτεμβρίου 1440 όταν συνελήφθη από τις Αρχές της Βρετάνης για να περάσει τόσο από εκκλησιαστικό όσο και κοσμικό δικαστήριο. Η ομολογία του αποσπάστηκε μάλιστα έπειτα από τον βασανισμό του, κάτι που σήμανε καμπανάκια στους ιστορικούς του μέλλοντος για πιθανή δίκη-παρωδία και πλεκτάνη που είχε στηθεί σε βάρος του για την υφαρπαγή του τεράστιου φέουδού του.
Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την αλήθεια, τόσο η πολιτική όσο και η εκκλησιαστική έρευνα φαινόταν πάντως να συμφωνούν για τα εγκλήματα κατά των παιδιών και την αιρετική συμπεριφορά του. Μάρτυρες με το τσουβάλι κατέφτασαν στη δικαστική αίθουσα, μεταξύ των οποίων και χαροκαμένοι γονείς, οι οποίοι έπεισαν τους δικαστές για την εγκληματική φύση του ντε Ρε.
Ο ίδιος ομολόγησε για άλλη μια φορά τον σοδομισμό και τη δολοφονία αμέτρητων παιδιών, όπως εξάλλου και οι συνένοχοι υπηρέτες του, οι οποίοι παρείχαν φρικιαστικές αναφορές των εγκλημάτων. Το δικαστήριο αποτροπιάστηκε τόσο από τις μαρτυρίες που παρήγγειλε να σβηστούν από τα πρακτικά οι πιο ειδεχθείς αναφορές.
Η συνήθεια του ντε Ρε και των ζοφερών ακολούθων του να καίνε τα ανήλικα πτώματα ήταν αυτή που στέρησε την έρευνα από την τελική καταμέτρηση των θυμάτων, με τις μετριοπαθέστερες εκτιμήσεις να κάνουν πάντως λόγο για 80-150 παιδιά και τις πιο απαισιόδοξες να μιλούν ακόμα και για 600 ή 800 θύματα. Όσο για τις ηλικίες των θυμάτων, ανέρχονταν από τα 6-18 χρόνια και συμπεριλάμβαναν και τα δύο φύλα, αν και τα αγόρια υπερείχαν αριθμητικά κατά πολύ.
Το εκκλησιαστικό δικαστήριο τον κήρυξε ένοχο για αιρετική συμπεριφορά και το κοσμικό για τον σοδομισμό και των φόνων των παιδιών. Αμφότερα τον καταδίκασαν σε θάνατο. Η ποινή του εκτελέστηκε στις 26 Οκτωβρίου 1440, όταν απαγχονίστηκε και η σορός του κάηκε κατόπιν, ώστε να μη μείνει τίποτα που να τον θυμίζει.
Μετά τους τίτλους τέλους της ζωής του, μια διαφορετική σχολή σκέψης αναδύθηκε που ήθελε τον παλιό στρατάρχη θύμα πολιτικής και εκκλησιαστικής μηχανορραφίας. Δεν θα ήταν εξάλλου ο πρώτος ευγενής που θα έπεφτε θύμα της ανθρώπινης αδηφαγίας και θα παγιδευόταν με κατηγορίες αίρεσης και εγκληματικής δράσης από εκκλησιαστικούς και πολιτικούς κύκλους, προκειμένου να οικειοποιηθούν την κτηματική του περιουσία.
Από την άλλη βέβαια, η ετυμηγορία της ενοχής του ντε Ρε βασίστηκε τόσο στις λεπτομερείς καταθέσεις των συνεργών του (που καταδικάστηκαν επίσης) όσο και τις μαρτυρίες των γονιών των εξαφανισμένων παιδιών, γεγονός που υποδεικνύει ότι αν στήθηκε όντως συνομωσία εναντίον του, τότε μιλάμε για αριστουργηματική πλεκτάνη που χρειάστηκε εκατοντάδες ανθρώπους για να τελεσφορήσει.
Όπως κι αν έχει η ιστορική αλήθεια, οι τίτλοι της ιδιοκτησίας του πέρασαν τελικά στον Δούκα της Βρετάνης…