Ακούγοντας ένα γεγονός αποκρουστικής βίας, οι περισσότεροι από εμάς νιώθουμε καταρχάς έκπληξη. Την έκπληξη ακολουθεί ο θυμός και ο θυμός δίνει τη θέση του στη θλίψη.
Θλίψη για το θύμα, έκπληξη για τα τρομερά πράγματα που συμβαίνουν δίπλα μας, θυμό για τον απάνθρωπο θύτη.
Ταυτόχρονα, σχεδόν ψυχαναγκαστικά αναζητούμε άρθρα και εκπομπές που μιλούν για την ομολογία του δράστη, μαρτυρίες συγγενών, περιγραφή της σορού, κ.ά. Οι περισσότεροι από μας δεν θα έχουν άμεσα προσωπική εμπειρία από τέτοιου είδους βία.
Παρ’ όλα αυτά, είναι έντονη η αίσθηση πως είμαστε εκτεθειμένοι σε μια τέτοια πιθανή απειλή. Φαίνεται ότι οι άνθρωποι βιώνουν αντικρουόμενα συναισθήματα στο άκουσμα βίας. Απ’ τη μια πλευρά, η βία εκλαμβάνεται ως παραβίαση ηθικών και νομικών κανόνων, πανικοβάλει, τρομοκρατεί και από την άλλη πλευρά έλκει. Μας ελκύει η λεπτομερής περιγραφή των σοκαριστικών λεπτομερειών, θέλουμε να μάθουμε τι ακριβώς συνέβη και αμέσως κινητοποιείται μέσα μας ο στιγματισμός και εξοστρακισμός του δράστη.
Μας σοκάρει ένα φαινομενικά αναίτιο και φρικτό έγκλημα αλλά ταυτόχρονα μια παράξενη έλξη μας ωθεί στο να κάνουμε τη βία μέρος της ζωής μας.
Το ίδιο γεγονός μπορεί να το δούμε σε ταινία θρίλερ και να διασκεδάζουμε τρώγοντας.
Βία υπάρχει όταν απομονώνουμε κάποιον επειδή είναι διαφορετικός, όταν πληγώνουμε συναισθηματικά τους δικούς μας ανθρώπους, όταν βάζουμε τις φωνές ή μιλάμε υποτιμητικά στους υφιστάμενους μας ή ακόμα και στα ίδια μας τα παιδιά, όταν σκοτώνουμε το ζώο που πιο πριν χαϊδεύαμε για να το κάνουμε γεύμα μας γιορτάζοντας.
Βία υπάρχει ακόμα και στη γέννηση ενός ανθρώπου αφού βίαια και παρά τη θέλησή του αποχωρίζεται τη μήτρα. Βία υπάρχει στον θάνατο αφού μας αφαιρεί την ελευθερία επιλογής. Υπάρχει στη Φύση, αφού όλα γεννιούνται και όλα πεθαίνουν. Η βία υπάρχει παντού στη ζωή μας, δομεί το όλον της ύπαρξής μας και εμείς είμαστε καθημερινοί αποδέκτες της.
«Ποιος αμφισβητεί το γεγονός ότι ο φόνος συνιστά έναν από τους πιο πολύτιμους νόμους της φύσης; Ποιος είναι ο σκοπός της φύσης και της δημιουργίας; Μήπως δεν είναι το να βλέπει το έργο της να καταστρέφεται αμέσως μετά; Εάν η καταστροφή είναι ένας από τους νόμους της φύσης, το άτομο που καταστρέφει απλώς υπακούει τη φύση» (Marquis de Sade).
Όσο κι αν αυτή η ανθρώπινη στάση απέναντι στη βία φαίνεται παράξενη,στην πραγματικότητα ίσως γίνει πιο κατανοητή αν αποδεχθούμε πως η επιθετικότητα δεν είναι παθολογικό και μιαρό στοιχείο του ανθρώπου αλλά αναπόσπαστο στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο λόγος που στιγματίζουμε τόσο έντονα το δράστη είναι επειδή απομακρύνεται από το «φυσιολογικό» αλλά και επειδή μας κάνει να στρεφόμαστε στον άλλο και όχι σε εμάς. Και αυτό προσφέρει ανακούφιση γιατί η βία που εν δυνάμει υπάρχει σε εμάς ξορκίζεται από πάνω μας και μετατοπίζεται στον «άλλο».
Πολλές θεωρίες ψάχνουν να βρουν τις απαντήσεις αυτών των βιαιοτήτων στο ίδιο το άτομο. Δηλ. στην παθολογική προσωπικότητά του και στην επιθετικότητα που βρίσκεται μέσα του. Όμως, έτσι παραβλέπουμε τη σημασία του περιβάλλοντος, των απροσδόκητων γεγονότων και των τυχαίων συγκυριών.
Εφόσον ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να επιλέξει για το πώς θα δράσει, η συμπεριφορά του είναι απρόβλεπτη.Δεν μπορούμε να δούμε τη βίαιη συμπεριφορά έξω από το περιβάλλον απλά και μόνο στο πλαίσιο μιας βίαιης προσωπικότητας.
Η βία αντλεί νόημα και δίνει νόημα μέσα από το περιβάλλον. Έξω από αυτό η εκδήλωσή της είναι μηδαμινή.Βασική αιτία γέννησης βίαιης συμπεριφοράς στο περιβάλλον είναι η μη ικανοποίηση αναγκών. Κάθε φορά που μια σημαντική ανάγκη του ατόμου δεν ικανοποιείται, όπως είναι οι συναισθηματικές ανάγκες, η προστασία, ο ισχυρός δεσμός με τον γονέα, τόσο ο οργανισμός αναπτύσσει βία είτε προς τους άλλους είτε προς τον εαυτό. Δηλ. είτε θα γίνεται επιθετικός και καταστροφικός προς το περιβάλλον του (π.χ. παράβαση του νόμου, bullying, εκμετάλλευση κ.λ.π.) είτε θα κάνει κακό στον ίδιο του τον εαυτό (π.χ. ναρκωτικά, αλκοόλ, υπερφαγία, επικίνδυνη οδήγηση, ξέφρενη σεξουαλική συμπεριφορά, κ.λ.π.). Υπάρχει δηλ. μέσα από τη βία εφόσον είναι αδύνατον να υπάρξει διαφορετικά.
Όταν παραμελούνται οι σημαντικές ανάγκες ενός ανθρώπου, νιώθει πως ματαιώνεται η ύπαρξή του, δεν αντιμετωπίζεται ως ενεργό ον αφού δεν έχει καμία επίδραση στο περιβάλλον του. Έτσι, καταβάλλεται από τεράστιο άγχος. Και αυτού του είδους το άγχος μπορεί να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό πλαίσιο για την εκδήλωση βίας. Η βία εκδηλώνεται ως μια απεγνωσμένη προσπάθεια ανεξάρτητης ύπαρξης και επενέργειας στο περιβάλλον.
Αν μπορέσουμε να δούμε τον δράστη βίαιων εγκλημάτων έξω απ’ το στενό πλαίσιο του απάνθρωπου και έξω από την άμεση καταδίκη που τον υποβάλλουμε, ο άνθρωπος που έχει τραυματικά στερηθεί τη φροντίδα, την ασφάλεια και το ενδιαφέρον για τις συναισθηματικές του ανάγκες ή ακόμα και τις βιοτικές του ανάγκες (π.χ. τροφή, ζεστό σπίτι, ρούχα) και δεν μπορεί να αντιδράσει, δεν έχει υποστεί έναν συμβολικό θάνατο;
Άραγε μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι είναι ένα βίαιο άτομο ή μήπως ένα νεκρό άτομο;
Άραγε όταν οι διέξοδοι για τη ζωή στερεύουν, μήπως η βία γίνεται μια διέξοδος θανάτου;
Όσο, δεν δίνεται λύση στο πως ένα άτομο θα εκφράσει χωρίς βία τις τραυματικές του εμπειρίες, στο πως η έμφυτη έλξη προς τη βία θα μπορέσει να συμβιώσει με την ανάγκη για ασφάλεια, όσο βλέπουμε μόνο τον «άλλο» ως το πρόβλημά μας, τόσο θα νιώθουμε εκτεθειμένοι σε κάθε απειλή βίας.