Είναι αδύνατο να είμαστε καθημερινά μέσα στον ενθουσιασμό και την ενέργεια. Πάντα θα υπάρχουν μέρες που βαριόμαστε να πλύνουμε τα πιάτα, να πάμε το σκύλο βόλτα ή να μαγειρέψουμε…
Πότε αυτή η απάθεια ξεπερνά τα όρια του φυσιολογικού και αναδεικνύεται σε κατάσταση προβληματική;
Η μόνιμη έλλειψη ενθουσιασμού, ενέργειας και συναισθηματικής έξαψης θεωρείται παραδοσιακά ένδειξη κατάθλιψης, ωστόσο οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι μπορεί να υποδεικνύει δεκάδες άλλα προβλήματα υγείας.
“Αρκετοί ασθενείς που εκδηλώνουν απάθεια θεωρούνται εσφαλμένα ως τεμπέληδες”, δηλώνει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Masud Husain, νευρολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. “Επίσης, λαμβάνουν λάθος διάγνωση για κατάθλιψη.” Αν και φαινομενικά κάνουν λίγα πράγματα μέσα στην ημέρα, πρόκειται για άτομα που μπορούν να νιώσουν χαρά, σε αντίθεση με άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη, διευκρινίζει ο καθηγητής, συμπληρώνοντας πως η ήπιας μορφής απάθεια μπορεί να εκδηλωθεί και σε υγιή άτομα, λόγω μεταβολών σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου.
Προσφάτως, νευρολόγοι από το Royal Free Hospital του Λονδίνου δήλωσαν σε σχετική έκθεση πως η απάθεια είναι ένα υποτιμημένο πρόβλημα που απαντάται σε άτομα που πάσχουν από χρόνιες νευρολογικές διαταραχές, όπως το Πάρκινσον.
Είναι σημαντικό, επισημαίνουν, να διακρίνεται η απάθεια από την κατάθλιψη, καθώς σε κάθε περίπτωση απαιτείται διαφορετική μέθοδος αντιμετώπισης και ιατρικής παρέμβασης.
Η απάθεια ορίζεται ως η μειωμένη συναισθηματική απόκριση (θετική ή αρνητική), η έλλειψη ανησυχίας για συμπτώματα, η έλλειψη κινήτρων και το συναισθηματικό κενό.
Συγκριτικά, ενδείξεις-κλειδιά για την κατάθλιψη αποτελούν η επίμονη θλίψη, η τάση για κλάμα, οι ενοχές, το αίσθημα απελπισίας για το μέλλον, οι εναλλαγές τις διάθεσης και η απαισιοδοξία.
Βασική διαφορά μεταξύ απάθειας και κατάθλιψης είναι ότι τα άτομα με απάθεια διανύουν κατά καιρούς περιόδους κατά τις οποίες νιώθουν χαρά.
Αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2009 υπέδειξε ότι η απάθεια μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα 33 διαφορετικών παθήσεων, μεταξύ των οποίων η καρδιοπάθεια, η σκλήρυνση κατά πλάκας, το Πάρκινσον, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, η άνοια, η έλλειψη τεστοστερόνης και η έλλειψη βιταμίνης Β12.