Δυστυχώς δεν τα κατάφερε ένα σπάνιο πουλί, είδος υπό εξαφάνιση… κάηκε στη μεγάλη φωτιά που έπληξε τη δυτική Αχαΐα.
Ο Γιώργος Νικολόπουλος της επιχειρηματικής οικογένειας “Σπιτικό”, βρήκε το συγκεκριμένο πουλί στην περιοχή μεταξύ Πετροχωρίου και Βυθούλκα. Όπως μεταφέρει στο tempo24.gr, η κόρη του Μαρία Νικολοπούλου, αμέσως ο πατέρας της το έφερε στο σπίτι. Δεν πρόλαβαν όμως να το σώσουν. Το σπάνιο αυτό ζώο, “έσβησε”. “Μακάρι να μπορούσαμε να το σώσουμε. Ήταν πολύ εντυπωσιακό! Το άνοιγμα των φτερών του έφτανε το 1 μέτρο. Ήταν φοβερό, δεν είχα ξαναδεί από τόσο κοντά κάτι παρόμοιο… Κρίμα. Πολλά ζώα βρέθηκαν καμένα στην περιοχή μας…σε πιάνει η καρδιά σου”, περιγράφει η Μαρία Νικολοπούλου.
Σύμφωνα με το ΕΚΠΑΖ με το οποίο επικοινώνησε η οικογένεια, πρόκειται για το σπάνιο είδος BUBO BUBO. Ένα είδος υπό εξαφάνιση στη Γαλλία, ενώ εδώ στην Ελλάδα έχει καταγραφεί μικρός αριθμός.
Πληροφορίες από το el.wikipedia.org: Ο Ευρασιατικός Μπούφος, ή κοινώς Μπούφος είναι ένα πολύ μεγάλο γλαυκόμορφο, που απαντάται και στον ελλαδικό χώρο. Συναντάται σε όλη την Ευρασία, εκτός από την νότια Ασία, τη βόρεια Σιβηρία και τμήματα της κεντρικής Ευρώπης και της Σκανδιναβίας. Επίσης αποτελεί και το μοναδικό είδος της Ευρώπης του γένους Bubo εκτός από την Χιονόγλαυκα (B. scandiacus).
Το είδος περιλαμβάνει 14 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος B. b. bubo. Ο ευρασιατικός μπούφος είναι η μεγαλύτερη γλαύκα. Με μέγεθος λίγο μικρότερο από Χρυσαετού (Aquila chrysaetos), έχει μήκος 59-73 εκ., άνοιγμα φτερών 138-170 εκ. και βάρος μέχρι 4,6 κιλά, λίγο ελαφρύτερος από τον Γιγάντιο χουχουριστή (Strix nebulosa)[3]. Έχει γεροδεμένη κατασκευή, πυκνό φτέρωμα και μεγάλο κεφάλι.
Όταν είναι ήσυχος έχει σχήμα βαρελιού, ενώ σε επιφυλακή μπορεί να δείχνει απίστευτα περίεργα μακρύ (αλλά χοντρό) λαιμό. Οι τούφες των αυτιών (αντία) είναι μακριές και ευδιάκριτες, εκτός όταν πετάει, χαμηλωμένες όταν είναι χαλαρός ή φοβισμένος και σηκωμένες όταν φωνάζει ή έχει ενοχληθεί. Το πέταγμα είναι δυνατό και σταθερό, φτεροκοπήματα μάλλον ρηχά, αερογλιστρήματα σε ευθεία γραμμή θυμίζοντας Γερακίνα[4]. Τα μάτια είναι μεγάλα και πορτοκαλοκόκκινα. Το χρώμα του κάτω μέρους του σώματός του είναι κιτρινοκάστανο με σκούρες ραβδώσεις, φαρδιές στο στήθος και αρεές στην κοιλιά. Το πάνω μέρος πιο σκούρο καφετί, με μαυριδερές ραβδώσεις και κυματιστές ρίγες. Ο λάρυγγας είναι λευκός, ορατός όταν φωνάζει (όπως σε όλα τα είδη του γένους).
Σε πτήση οι βάσεις των πρωτευόντων είναι λίγο μόνο ανοιχτότερες (κιτρινοκάστανες) από τα υπόλοιπα, με χοντρές ομοιόμορφες ρίγες. Οι χνουδωτοί νεοσσοί ξεχωρίζουν από τα τεράστια νύχια και το ράμφος τους αλλά και από την θέση της φωλιάς.
Τα φτερωμένα νεαρά έχουν σώμα πλήρως καλυμμένο με φτερά σε ηλικία μερικών εβδομάδων, αλλά ξεχωρίζουν τους πρώτους μήνες από εν μέρει χνουδωτό, στρογγυλό κεφάλι με μόνο μικρές τούφες αυτιών. Αποκτούν το κανονικό τους φτέρωμα σε 3 χρόνια.