Έχεις νιώσει μια αίσθηση σύνδεσης παίζοντας με ένα μωρό, ακόμα κι αν αυτό δεν μπορούσε ακόμα να σου μιλήσει; Μια έρευνα υποστηρίζει ότι μπορείτε εντελώς κυριολεκτικά να βρίσκεστε “στο ίδιο μήκος κύματος”, βιώνοντας παρόμοια εγκεφαλική δραστηριότητα στις ίδιες περιοχές του εγκεφάλου.
Μια ομάδα ερευνητών από το Πρίνστον διεξήγαγε την πρώτη έρευνα για το πώς οι εγκέφαλοι μωρών και ενηλίκων αλληλοεπιδρούν κατά τη διάρκεια του φυσικού παιχνιδιού και βρήκαν μετρήσιμες ομοιότητες στη νευρική τους δραστηριότητα. Με άλλα λόγια, η εγκεφαλική δραστηριότητα των μωρών και των ενηλίκων αυξανόταν και μειωνόταν στον ίδιο βαθμό ενώ μοιράζονταν παιχνίδια και οπτική επαφή. Η έρευνα διεξήχθη στο Princeton Baby Lab, όπου οι ερευνητές του πανεπιστημίου μελετούν πώς τα μωρά μαθαίνουν να βλέπουν, να μιλούν και να καταλαβαίνουν τον κόσμο.
*μη ξεχάσεις να κάνεις ένα Like στη σελίδα μας στο facebook juniorsclub.gr —>ΕΔΩ
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι εγκέφαλοι των ενηλίκων συγχρονίζονται όταν αυτοί παρακολουθούν ταινίες και ακούν ιστορίες, αλλά δε γνωρίζαμε πολλά για το πώς αυτός ο “νευρωνικός συγχρονισμός” αναπτύσσεται στα πρώτα χρόνια της ζωής, είπε η Ελίζ Πιάτζα, βασική ερευνήτρια.
Οι ερευνητές διατύπωσαν την αρχή ότι ο νευρωνικός συγχρονισμός έχει σημαντικές συνέπειες στην κοινωνική ανάπτυξη και την εκμάθηση της γλώσσας.
Η ζωντανή, πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία μεταξύ μωρών και ενηλίκων είναι αρκετά δύσκολο να μελετηθεί. Οι περισσότερες παλιές έρευνες σχετικά με τη νευρική ζεύξη, περιλάμβαναν την εξέταση των εγκεφάλων των ενηλίκων με λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) σε ξεχωριστές συνεδρίες, ενώ οι ενήλικες ήταν ξαπλωμένοι και έβλεπαν ταινίες ή άκουγαν ιστορίες.
Αλλά για να μελετήσουν τη ζωντανή επικοινωνία, οι ερευνητές χρειαζόταν να δημιουργήσουν μια μέθοδο φιλική στα παιδιά, ώστε να καταγράψουν την εγκεφαλική δραστηριότητα ταυτόχρονα στους εγκεφάλους των μωρών και των ενηλίκων.
Οι ερευνητές ανέπτυξαν ένα νέο σύστημα για τη νευρική απεικόνιση δύο εγκεφάλων, η οποία είναι εξαιρετικά ασφαλής και καταγράφει την οξυγόνωση του αίματος ως αντιπροσωπευτική ένδειξη της νευρικής δραστηριότητας. Η μέθοδος επέτρεψε στους ερευνητές να καταγράψουν το νευρωνικό συντονισμό μεταξύ των βρεφών και ενός ενήλικα ενώ έπαιζαν με παιχνίδια, τραγουδούσαν και διάβαζαν ένα βιβλίο.
Ο ίδιος ενήλικας αλληλεπίδρασε και με τα 42 βρέφη και νήπια που συμμετείχαν στην έρευνα. Από αυτά, τα 21 έπρεπε να εξαιρεθούν γιατί στριφογύριζαν ασταμάτητα και τρία άλλα αρνούνταν απόλυτα να φορέσουν το καπέλο, έτσι έμειναν 18 παιδιά, διαφέροντας ηλικιακά, από 9 μηνών έως 15 μηνών. Τα καλύμματα που φορούσαν στο κεφάλι, συνέλεγαν δεδομένα από 57 κανάλια του εγκεφάλου που είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στην πρόβλεψη, τη γλωσσική επεξεργασία και στην κατανόηση της οπτικής των άλλων ανθρώπων.
Όταν εξέτασαν τα δεδομένα, οι ερευνητές βρήκαν ότι κατά τη διάρκεια των «πρόσωπο με πρόσωπο» συνεδριών, οι εγκέφαλοι των βρεφών ήταν συγχρονισμένοι με αυτούς των ενηλίκων σε πολλές περιοχές που είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στην υψηλού επιπέδου κατανόηση του κόσμου – ίσως βοηθώντας τα παιδιά να αποκωδικοποιήσουν το συνολικό νόημα μιας ιστορίας ή να αναλύσουν τα κίνητρα του ενηλίκου που τους διάβαζε.
Ενώ ο ενήλικας και το νήπιο ήταν γυρισμένοι πλάτη-πλάτη και αλληλεπιδρούσαν με άλλους ανθρώπους, η ζεύξη μεταξύ τους εξαφανίστηκε.
Αυτό συνέπιπτε με τις προσδοκίες των ερευνητών, αλλά τα δεδομένα επεφύλασσαν και εκπλήξεις. Για παράδειγμα, η πιο δυνατή ζεύξη συνέβη στον προμετωπιαίο φλοιό, ο οποίος εμπλέκεται στη μάθηση, τον προγραμματισμό και την εκτελεστική λειτουργικότητα και προηγουμένως θεωρούνταν ότι ήταν αρκετά υποαναπτυγμένος κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας.
Ήμασταν επίσης έκπληκτοι όταν βρήκαμε ότι ο εγκέφαλος των βρεφών συχνά “προηγούνταν” του εγκεφάλου του ενήλικα κατά μερικά δευτερόλεπτα, υποδεικνύοντας ότι τα βρέφη δεν δέχονται παθητικά πληροφορίες αλλά μπορεί να οδηγούν τους ενήλικες προς το επόμενο πράγμα στο οποίο θα επικεντρωθούν: ποιο παιχνίδι θα πάρουν, ποιες λέξεις θα πουν κτλ, είπαν οι ερευνητές.
Καθώς ενήλικας και βρέφος επικοινωνούσαν, φαίνεται ότι δημιούργησαν ένα κύκλωμα ανατροφοδότησης. Αυτό σημαίνει ότι ο εγκέφαλος του ενήλικα φαινόταν να προβλέπει πότε το βρέφος θα χαμογελούσε, ο εγκέφαλος του βρέφους περίμενε πότε ο ενήλικας θα χρησιμοποιούσε περισσότερο “μωρουδίστικη γλώσσα” και οι δύο (εγκέφαλοι) μαζί παρακολουθούσαν την κοινή οπτική επαφή και την κοινή προσοχή στα παιχνίδια. Οπότε, όταν ένα μωρό και ένας ενήλικος παίζουν μαζί, οι εγκέφαλοί τους επηρεάζουν ο ένας τον άλλο με δυναμικό τρόπο.
Η προσέγγιση των δύο εγκεφάλων στις νευροεπιστήμες θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για να κατανοήσουμε πώς ο συγχρονισμός με τους γονείς αναλύεται στη μη τυπική ανάπτυξη αλλά και πώς οι εκπαιδευτικοί μπορούν να τελειοποιήσουν τις εκπαιδευτικές τους προσεγγίσεις για να προσαρμοστούν στους διαφορετικούς εγκεφάλους των παιδιών.
Οι ερευνητές συνεχίζουν να μελετούν πώς ο νευρωνικός συγχρονισμός σχετίζεται με την πρώιμη μάθηση της γλώσσας στην προσχολική ηλικία.