της δημοσιογράφου Ελένης Βασιλοπούλου
Πολλές φορές ακούμε τους γύρω μας, συνήθως συγγενείς αλλά και φίλους, να λένε, ότι το παιδί “δεν παίρνει τα γράμματα” ή “δεν το ‘χει με τα γράμματα” ή “είναι ξύλο απελέκητο” ή “δεν του κόβει” και ένα σωρό παρόμοιες εκφράσεις που χαρακτηρίζουν γενιές και γενιές παιδιών – ενηλίκων, δικαιολογώντας την τεμπελιά, ανοργανωσιά ή κάποιο πρόβλημα ενδεχομένως που αντιμετωπίζουν τα παιδιά. Τι ισχύει όμως; Πώς το 2018, επικρατεί ακόμη αυτή η άστοχη δικαιολογία;
Είναι θέμα κοινωνική τάξης ή γεωγραφικής περιοχής;;; Μήπως οι επαγγελματικές ομάδες καθορίζουν τέτοιους χαρακτηρισμούς;
διαβάστε επίσης: Μαθησιακές Δυσκολίες: Ο καθηγητής Γενετικής Σταμάτης Αλαχιώτης απαντά στα ερωτήματα σας!
Μιλώντας με τον πρώην Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πατρών, Ομότιμο Καθηγητή Γενετικής, του έθεσα τις σκέψεις και τους προβληματισμούς μου:
Ποιες κοινωνικές τάξεις/ ποιες γεωγραφικές περιοχές/ επαγγελματικές ομάδες/ αντιμετώπιζαν τους μαθητές με χαμηλή επίδοση ως άτομα που “δεν παίρνουν τα γράμματα”; Σε τι βαθμό το πιστεύουν ακόμα;
Σ.Α: Παλιά το πίστευαν πολλοί∙ ήταν και μια εύκολη δικαιολογία να ξεφύγουν από το χρέος να κοπιάσουν περισσότερο, είτε μαθητές(τριες) είτε γονείς, ακόμα και δάσκαλοι∙ δεν υπήρχε βέβαια και η σχετική γνώση για την εγκεφαλική διεργασία μάθησης∙ ούτε ήταν πλήρως κατανοητή η τεράστια σημασία της πρόκλησης ενδιαφέροντος για μάθηση, όπως και η αξιακή κοσμοαντίληψη κάποιων για την υποβαθμισμένη σημασία της μάθησης.
Με την φράση «δεν παίρνει τα γράμματα» εννοούσαν ότι έτσι ήταν το παιδί από γεννησιμιού του, κληρονομική τού ήταν η δυσκολία μάθησης, και κανένας δεν μπορούσε να κάνει κάτι να το βοηθήσει!
Αντίθετα, δάσκαλοι και γονείς είχαν βαλθεί να φυτέψουν με την βέργα μες στο πετσί του παιδιού τα γράμματα, και το αποθάρρυναν ακόμα περισσότερο. Πολλά τέτοια αποτυχημένα παιδιά μπορεί να είχαν και ταλέντα που τα διέλυσε η άγαρμπη παιδαγωγική.
Δεν γνώριζαν, βέβαια, τότε παλιά ούτε τον όρο μαθησιακή δυσκολία, που μπορεί κάποια παιδιά να είχαν. Ωστόσο, και σήμερα ανάλογα προφασίζονται όσοι δεν έχουν το απαραίτητο ενδιαφέρον ή την κατάλληλη ευαισθητοποίηση να μάθουν, και αδιαφορούν για τα ανυπεράσπιστα κι ανήμπορα παιδιά τους, τα οποία μπορεί να είναι θύματα κάποιας γενετικής τους επιβάρυνσης και χρειάζονται βοήθεια, αλλά εισπράττουν ψυχο-νοητική εξόντωση – ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, γεωγραφικής περιοχής και επαγγελματικής ομάδας, απλά τα ποσοστά μπορεί να ποικίλουν, με τις υποβαθμισμένες να είναι πιο εκτεθειμένες.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι το πρώτο δυσλεκτικό παιδί που έχει καταγραφεί στην ιστορία ήταν ο γιος του Ηρώδη του Αττικού, ενός πλούσιου προστάτη των τεχνών, ο οποίος είχε κτίσει και το ομώνυμο θέατρο κάτω από την Ακρόπολη μετά το 160 π. Χ. Ο γιος του είχε αυτή την μαθησιακή δυσκολία σε μεγάλο βαθμό: δεν μπορούσε να μάθει την αλφαβήτα και είχε και αδύνατη μνήμη. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού ο πατέρας του νοίκιασε 24 σκλάβους, δίνοντας ως όνομα στον καθένα ένα γράμμα∙ το αποτέλεσμα ήταν ο γιος του να μάθει τα ονόματα των σκλάβων και ταυτόχρονα τα γράμματα της αλφαβήτα για να προχωρήσει!
Τα δυσλεκτικά παιδιά δεν είναι ότι δεν παίρνουν τα γράμματα∙ είναι που έχουν πρόβλημα με την ονομασία των γραμμάτων, δίχως να υπάρχει σχέση με ελαττωματική όραση, ακοή ή μειωμένη νοημοσύνη. Ανάλογα ισχύουν και με τα παιδιά με δυσαρθρία – ας μη ξεχνάμε π.χ. τον Δημοσθένη, ο οποίος δεν μπορούσε να προφέρει το ρ, αλλά αντιμετώπισε την μαθησιακή αυτή δυσκολία του με τον δικό του τρόπο κι έγινε ο μεγαλύτερος ρήτορας της αρχαιότητας. Ανάλογα παραδείγματα έχουμε και με δυσλεκτικά που διέπρεψαν ως μεγάλοι.