Εν Ελλάδι

Μια άλλη χώρα: Ο φακός της Έλλης Παπαδημητρίου στην Ελλάδα του 20ού αιώνα

Σε μια ποιήτρια και συγγραφέα που άφησε πίσω της σημαντικό φωτογραφικό έργο, το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Μουσείου Μπενάκη, είναι αφιερωμένη η έκθεση «Η αδρή ουσία των πραγμάτων με τον φακό της Έλλης Παπαδημητρίου», που ξεκινά στις 16 Νοεμβρίου 2022 και θα διαρκέσει έως τις 7 Ιανουαρίου στο Μουσείο Μπενάκη / Πινακοθήκη Γκίκα.

Στην έκθεση παρουσιάζονται 60 φωτογραφίες που τραβήχτηκαν από το 1928 έως την αρχή της δεκαετίας του 1950. Συνιστούν μέρος ενός ευρύτερου συνόλου που δεν έχει ακόμα δει το φως της δημοσιότητας και η επιμέλεια είναι της ιστορικού Ιωάννας Πετροπούλου, ακούραστης μελετήτριας της ζωής και του έργου της Παπαδημητρίου. Η ίδια αποτύπωσε τη ζωή της Έλλης Παπαδημητρίου στη βιογραφία «Έλλη Παπαδημητρίου: μια γυναίκα του 20ού αιώνα. Ο κανόνας και η παράβαση», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ερμής.

*μη ξεχάσεις να κάνεις ένα Like στη σελίδα μας στο facebook juniorsclub.gr —>ΕΔΩ

Η σχέση της Έλλης Παπαδημητρίου με τη φωτογραφία ξεπηδάει από τον έρωτα για τη ζωγραφική. Ως στέλεχος της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) και συνεργάτιδα του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, ακολουθεί τον βηματισμό των εκπατρισμένων και των γηγενών στους χερσαίους και παραθαλάσσιους οικισμούς, εξοπλισμένη με σύγχρονες μηχανές. Γυρεύοντας μια γλώσσα έκφρασης, συγκροτεί μέσα από αυτοψία μια νέα πατριδογνωσία. Μέσα από τον φακό, συντάσσει το αλφαβητάρι της παλαιάς αλλά και της σύγχρονης Ελλάδας.

Οι απόψεις της επαναστατικές, όπως ήταν και η ίδια, ασυμβίβαστη, ατρόμητη και φεμινίστρια χωρίς να υψώνει τη φωνή της. Μέσα από τα κείμενα και τις εικόνες της, μέσα από τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο προσέγγιζε από διανοούμενους μέχρι τσοπάνηδες, φανέρωνε μια Ελλάδα αφτιασίδωτη, καθαρή και γνήσια.

Η Έλλη Παπαδημητρίου εξέδωσε τρία λευκώματα με υπέρτιτλο «Παλιές φωτογραφίες»: «Ήπειρος – Μακεδονία», «Νησιά» και «Αθήνα – Πειραιάς – Καισαριανή». Τις φωτογραφίες στην Ήπειρο και τη Μακεδονία τις τράβηξε μεσοπολεμικά, σε περιοδείες για την προσφυγική αγροτική αποκατάσταση. «Xωρίς συγκεκριμένο σκοπό, “…βάστα λίγο το μουλάρι…”, “…κάντε λίγο παρά δω…”, θέματα έτοιμα, πλήθος, σκηνοθεσία καμιά. Mηχανή ένα κουτί Kodak 6½ x 11, πότε πότε και μια της υπηρεσίας 8 x 10 πιο περίπλοκη, δανεικιά», γράφει, ενώ για τις φωτογραφίες στα νησιά σημειώνει το 1978: «Κι αυτές οι παλιές φωτογραφίες ’32-’36, όπως κι οι προηγούμενες, έχουν τραβηχτεί με το ίδιο απλό κουτί KODAK σχεδόν τυχαία, κατά τον αέρα ή το άγονο δρομολόγιο που μας ευκόλυνε, δεν καλύπτουν θέμα ειδικό ή νησί.

Ωστόσο σκόρπιες μορφές, απόψεις, εορτές, φτώχιες, εργασίες έτσι αποτυπωμένες στη στιγμή, π.π., προ τουρισμού, χωρίς διαφημιστικές προεκτάσεις, διατηρούν κάποια σταθερή, άφθαρτη αξία όπως κάτι νομίσματα εκτός κυκλοφορίας διατηρούν ποσοστό σταθερό χρυσό ή ασήμι. Σήμερα μάλιστα που το λιανικό και χονδρικό ξεπούλημα εξανεμίζει ό,τι έχουμε μα και ό,τι πραγματικά είμαστε –«ανήκομε στη Δύση»– λιγοστεύει κι ο αέρας κι ο ήλιος μας, στενεύει και το μέλλον αν δεχτούμε πως ο τόπος πια γνωρίζεται από μαρίνες και ξενοδοχεία».

Στο τρίτο και τελευταίο της λεύκωμα «Παλιές Φωτογραφίες», δικές της προπολεμικές συν μερικές κατοπινές, τριγυρίζοντας με 2-3 φίλους φωτογραφίζει την Αθήνα, τον Πειραιά και την Καισαριανή. «Δεν έχουν θέση βέβαια εδώ “νοσταλγίες” και τέτοια, σήμερα τρέχομε και δε φτάνομε, ανασαίναμε και δεν ανασαίναμε. Εδώ αποτυπώνεται σε στιγμιότυπα χωρίς απαιτήσεις αισθητικές λίγη Αθήνα, πρωτεύουσα υποανάπτυκτη, απόψεις απ’ το υποανάπτυκτο λιμάνι της και η κάποια υποανάπτυκτη συνάρτησή της, δηλαδή σχέση λογική ανάμεσα σε κατοικημένη και ακατοίκητη έκταση, ανάμεσα τοπίο, κλίμα, συνήθειες, ασχολίες και τους ανθρώπους που ζούσαν εκεί και χωρούσαν, χωρούσαμε.

Στη σημερινή αναπτυγμένη Αθήνα: Οικοδομημένος και κατοικημένος χώρος αυξημένος 10 φορές σε μήκος, πλάτος, ύψος και βάθος υπόγειο, η Αττική στάσιμη, άρα μειωμένο 10 φορές το διαθέσιμο ποσοστό κατά κεφαλή κατοίκου σε ήλιο, αέρα, ουρανό και βλάστηση. Μειωμένο επί πλέον εσωτερικά σε κατοικίες, γραφεία, εργοστάσια, καταστήματα κατασκευασμένα για το μέγιστο κέρδος των κατασκευαστών, άσχετο αν όχι αντίθετο με την άνεση και την υγεία των ανθρώπων. Βιομηχανίες, υψικάμινοι, καμινάδες, αεροδρόμια και απόβλητα επίσης αναπτυγμένα εντυπωσιακά, παράλληλη ανάπτυξη και πρωτεία σε μόλυνση και καυσαέρια, η Αθήνα ισότιμη με το μακρινό Τόκιο.

Στη σημερινή αναπτυγμένη Αθήνα: Οικοδομημένος και κατοικημένος χώρος αυξημένος 10 φορές σε μήκος, πλάτος, ύψος και βάθος υπόγειο, η Αττική στάσιμη, άρα μειωμένο 10 φορές το διαθέσιμο ποσοστό κατά κεφαλή κατοίκου σε ήλιο, αέρα, ουρανό και βλάστηση. Μειωμένο επί πλέον εσωτερικά σε κατοικίες, γραφεία, εργοστάσια, καταστήματα κατασκευασμένα για το μέγιστο κέρδος των κατασκευαστών, άσχετο αν όχι αντίθετο με την άνεση και την υγεία των ανθρώπων. Βιομηχανίες, υψικάμινοι, καμινάδες, αεροδρόμια και απόβλητα επίσης αναπτυγμένα εντυπωσιακά, παράλληλη ανάπτυξη και πρωτεία σε μόλυνση και καυσαέρια, η Αθήνα ισότιμη με το μακρινό Τόκιο.

Ανάπτυξη, επιμονή, προτεραιότητα σ’ έργα εμφανίσεως: προβλήτες, διαβάσεις για διακεκριμένους επισκέπτες, πικροδάφνες, γκαζόν, αντίστοιχη αθλιότητα όπου διακινείται ο κόσμος της δουλειάς, φορτηγά, βυτιοφόρο, τρίκυκλα, λεωφορεία σαράβαλα, πρωτεύουσα χωρισμένη σε τουριστική και ατούριστη, πάντα σε βάρος της ατούριστης. Αναπτυγμένη ελεύθερα κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία = ιδιωτικό κεφάλαιο και συμφέρον από τράπεζες πολυεθνικές μεγαθήρια ως τα τραπεζάκια της Ομόνοιας, συναλλαγές, μεσιτίες, δάνεια για ξενοδοχεία, αγορές, από νησιά και δάση και μεταλεία ως κανένα οικογενειακό δαχτυλίδι ενέχυρο, όλα τ’ αγαθά της καταναλωτικής οικονομίας σε ανταγωνισμό, αυτοκίνητα, ρουχισμός, καλλυντικά, ποτά τελωνισμένα λαθραία, πρωτεύουσα παζάρι σ’ όλα τα επίπεδα.

Αναπτυγμένη μεθοδικά και ιατρική περίθαλψη-επιχείρηση, όροφοι πολυτελείας, μαιευτήρια, γηροκομεία, κλινικές για εύπορους, αυξημένη ανεπάρκεια – ουρές, ικεσίες, βρισιές, βόγγοι, διάδρομοι με κρεβάτια, θάλαμοι χωρίς διαδρόμους και προσωπικό εξουθενωμένο για ημιάπορους και άπορους, ασφαλισμένους και μη, πάντα υπεράριθμους.

Ανάπτυξη, με άλλα λόγια σύνθημα και σύστημα ευνοϊκό για τους ευνοημένους που διατηρεί το καταστημένο, εμποδίζει κάθε πραγματική πολιτική και κοινωνική αλλαγή. Π.χ. πρόγραμμα επίσημο δηλώνεται εκσυγχρονισμός της παιδείας, εκσυγχρονισμένες σχέσεις εργατών – εργοδοσίας. Στην πράξη όμως νομοθεσία, εφαρμογή που περιορίζει την παιδεία, καταδιώκει τον συνδικαλισμό. Ένας μοχλός ας πούμε σε μηχάνημα μ’ επιγραφή “εμπρός” που άμα κινηθεί πάει το μηχάνημα πίσω. Σπουδαστές, απεργοί αντιμετωπίζουν ειδικές αστυνομικές μονάδες. Αυτά για την ανάπτυξη – χωρίς φωτογραφίες».

Οι απόψεις της επαναστατικές, όπως ήταν και η ίδια, ασυμβίβαστη, ατρόμητη και φεμινίστρια χωρίς να υψώνει τη φωνή της. Μέσα από τα κείμενα και τις εικόνες της, μέσα από τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο προσέγγιζε από διανοούμενους μέχρι τσοπάνηδες, φανέρωνε μια Ελλάδα αφτιασίδωτη, καθαρή και γνήσια.

Γεννημένη το 1906 στη Σμύρνη, με καταγωγή από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, μεγάλωσε σε μια οικογένεια εξαιρετικά εύπορη, βενιζελική και προοδευτική, με τη μητέρα της να είναι υπέρ της ψήφου των γυναικών και της χειραφέτησής τους.

Ήταν 21 ετών όταν ταξίδεψε μόνη της στην Αγγλία για να σπουδάσει γεωπόνος. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπου είχε φτάσει και η οικογένειά της, αφιερώθηκε στο προσφυγικό ζήτημα. Περιηγείται την Ελλάδα με ένα σακίδιο στην πλάτη και μια φωτογραφική μηχανή. «Ξεκινάει από τους συνοικισμούς του λεκανοπεδίου, τα προσφυγικά, απλώνεται σε χωριά της Αττικής και αργότερα μετέχει σε αποστολές μακρινών αποστάσεων στην Πελοπόννησο, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία αλλά και στα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου.

Κατακτάει την Ελλάδα με τον δικό της τρόπο, ακατάβλητη οδοιπόρος, γεωγράφος, γεωπόνος, εξερευνήτρια», γράφει η Ιωάννα Πετροπούλου στο πρόγραμμα της παράστασης «Κοινός λόγος» και σημειώνει ότι οι «ενασχολήσεις της στρέφονται γύρω από δυο πόλους, τόσο γύρω από την Εικόνα, όσο και γύρω από τον Λόγο – προφορικό ή γραπτό. Ο πρώτος πόλος έχει ως αντικείμενο την Εικόνα ή, αλλιώς, την εικαστική προσέγγιση του κόσμου. Ασχολείται με τη φωτογραφία, τη ζωγραφική, την αγιογραφία».

Σημαντική παρέμβαση στο πεδίο του πολιτισμού στάθηκε η συμμετοχή της στην Ανώνυμη Εταιρεία «Ελληνικές Τέχνες». Χάρη στον ευρύ κύκλο των ενδιαφερόντων της, από την ποίηση και τον λαϊκό πολιτισμό έως τη ζωγραφική, το ρεμπέτικο τραγούδι και το θέατρο, συνδέθηκε στενά με προσωπικότητες της εποχής όπως οι Φώτης Κόντογλου, Άγγελος Σικελιανός, Οκτάβιος Μερλιέ, Κάρολος Κουν, Σωτήρης Σπαθάρης, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γεράσιμος Στέρης, Τζούλιο Καΐμη, Νίκος Εγγονόπουλος και Κλάους Φρισλάντερ.

«Όσο για την ενασχόλησή της με τη φωτογραφία, εκεί επιλέγει να στραφεί στην ελληνική ύπαιθρο και τους κατοίκους της», γράφει η Ιωάννα Πετροπούλου. «Διαπιστώνουμε ότι η Έλλη δεν γύρευε να αποκαταστήσει την τρισχιλιετή συνέχεια της φυλής μέσα από τον φακό, δεν ασπάστηκε μια στημένη αρχαιολατρική εκδοχή της ελληνικότητας, όπως άλλοι ομότεχνοί της. Προτίμησε μάλλον μια εθνολογική, σύγχρονη ερμηνεία του χώρου και των ανθρώπων: αποθανάτισε με τον φακό της τους ποικίλους γηγενείς πληθυσμούς αλλά και τους πρόσφυγες στην πολυπολιτισμική τους διάσταση, στην απλή καθημερινότητά τους. Αργότερα στράφηκε στο προλεταριάτο των πόλεων. Ιδιαίτερα άξια λόγου αποτιμάται η μαθητεία της στη ζωγραφική κοντά στον δάσκαλο και συντοπίτη Φώτη Κόντογλου. Υπήρξε η μοναδική γυναίκα στη χορεία των μαθητών του. Η πνευματική επικοινωνία τους τη σφράγισε διά βίου».

Ήδη, από τη δεκαετία του ’30, ήρθε σε επαφή με τη μουσικολόγο Μέλπω Λογοθέτη-Μερλιέ και τον σύζυγό της ελληνιστή Οκτάβιο Μερλιέ και το σημερινό Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών που δημιουργήθηκε όταν, με την καταστροφή του 1922, έγινε κοινή συνείδηση στην ελληνική κοινωνία η ανάγκη αποτύπωσης του πολιτισμού και της ιστορίας των μικρασιατικών κοιτίδων του προσφυγικού πληθυσμού που συνέρρευσε στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Η ίδια εντάχθηκε σε αυτή την ομάδα και η εργασία της εκεί την εφοδίασε με εργαλεία για την ανάπτυξη του έργου της.

Κατέγραψε εκατοντάδες μαρτυρίες, προφορικές αφηγήσεις, με τον λόγο των κοινών ανθρώπων και, όπως έγραψε στον πρόλογο του «Κοινού Λόγου» το 1975, «ο κοινός τούτος απλός, καθόλου απλοϊκός λόγος έχει στέρεες αρχαίες αρετές, πρώτα και κύρια όπως στήνει τον εαυτό του ο ιστοριστής και παθώς στο κέντρο της αφήγησης μα και σε απόσταση, βλέπει και φωτίζει όραμα έτοιμο, αποτυπωμένο μέσα του καθαρά, η μετάδοση ταυτόχρονη, επίσης καθαρή. […] Αυτά συνιστούν γνησιότητα. Που δεν είναι παρμένη από τη ζωή, παρά είναι ζωή αυτούσια, όπως την προεκτείνει ο κοινός άνθρωπος και ο λόγος του, αν προλάβει, πρώτο χέρι».

Η Έλλη Παπαδημητρίου, ενταγμένη στην αριστερά από την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά, έλαβε μέρος στον αντιφασιστικό αγώνα της Μέσης Ανατολής όπου κατέφυγε το 1941 μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα. Εκεί φυλακίστηκε, εκτοπίστηκε και κλείστηκε σε στρατόπεδο και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα εξέδωσε τη δεύτερη ποιητική της συλλογή «Απόκριση». Εκτός από την ποιητική και θεατρική της παραγωγή, κορυφαίο έργο της θεωρείται ο «Κοινός λόγος».

Η Έλλη Παπαδημητρίου πέθανε το 1993. Ο ρόλος της ήταν ενεργός στην αντίσταση, στο προσφυγικό, στις τέχνες. Η περιουσία που μας άφησε είναι εικόνες από κάθε γωνιά της Ελλάδας και τους ανθρώπους της, ήταν οι καταγραφές που παίρνουν τη θέση τους στην ιστορία, δίνοντας φωνή και όψη σε ανώνυμους καθημερινούς ανθρώπους, εκείνη, σαν άνθρωπος του πνεύματος, με ταπεινότητα, με ευαισθησία και πάθος, έδειξε ότι ο διανοητής δεν περιφρονεί το λαϊκό, το αυθόρμητο, το πηγαίο, έτσι μας παραδίδει με τρόπο αδιαμεσολάβητο απεικονίσεις και εξιστορήσεις μοναδικές.

Η μυθιστορηματική ζωή της συνδέεται με την ταραγμένη ιστορία της χώρας μας σε όλες τις κρίσιμες περιόδους της, με νίκες και ήττες και τον άνθρωπο στο επίκεντρο του έργου της που όπως και εκείνη είναι οραματικό και ασυμβίβαστο, άφοβο και τολμηρό και ειλικρινές, απόσταγμα από τη διασταύρωσή του με τα μεγάλα ιδεολογικά και πολιτισμικά ρεύματα και γεγονότα του 20ού αιώνα.

Η Έλλη Παπαδημητρίου εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Απόκριση» το 1946, με ποιήματα από τη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του πολέμου, και το θεατρικό έργο «Ανατολή» το 1952, με θέμα τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακολούθησαν τα βιβλία: «Ποιητική γνώση», 1952 (σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων), «Οκτώ τετράδια ποιήματα», 1961, «Το βουνό», 1963, «Ελληνική βοήθεια προς Αμερική», 1964.

Την ίδια χρονιά (1964), εξέδωσε μια σειρά από δεκαεπτά προφορικές μαρτυρίες ανθρώπων που επέζησαν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο, με τίτλο «Ακούμε τη φωνή σου, πατρίδα». Ανάμεσα στο 1972 και το 1979, το υλικό αυτό, φτάνοντας τις 100 περίπου αφηγήσεις, επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Κέδρος της Νανάς Καλλιανέση (τέσσερις τόμοι), παίρνοντας τον τίτλο «Κοινός λόγος». Το 1984, κ.ε., την εκδοτική σκυτάλη του «Κοινού λόγου» ανέλαβαν οι εκδόσεις Ερμής. Θεατρικές διασκευές του έργου παραστάθηκαν στην Αθήνα από τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, το 1988, το 1997, το 2004 και το 2013 – οι τρεις τελευταίες μετά τον θάνατο της συγγραφέως, στην Αθήνα, το 1993.

Μουσείο Μπενάκη / Πινακοθήκη Γκίκα
«Η αδρή ουσία» των πραγμάτων με τον φακό της Έλλης Παπαδημητρίου
Επιμέλεια: Ιωάννα Πετροπούλου
Από 16 Νοεμβρίου 2022 έως 7 Ιανουαρίου 2023.
Ώρες Λειτουργίας: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σαββάτο 10:00-18:00

 

 

 

 

 

 

 

 

πηγή

 

Κατανόηση της δυναμικής σχέσης Αρχαιολογίας-Κοινωνίας μέσα από το πρίσμα των γεωεπιστημών

Ιταλία: Ανακαλύφθηκαν 24 υπέροχα διατηρημένα αγάλματα ελληνορωμαϊκών θεοτήτων

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο