Η αφυδάτωση προκαλείται όταν κάποιος δεν πίνει αρκετά υγρά ή όταν χάνει περισσότερα υγρά από αυτά που προσλαμβάνει. Απώλεια υγρών από τον οργανισμό είναι δυνατόν να έχουμε μέσω διούρησης, εφίδρωσης, εμέτων και διάρροιας.
Ασθενείς με χρόνια νοσήματα και ηλικιωμένοι είναι περισσότερο ευάλωτοι στην ανάπτυξη αφυδάτωσης.
Ο αρρύθμιστος σακχαρώδης διαβήτης εκθέτει τους ασθενείς σε κίνδυνο αφυδάτωσης. Όταν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα είναι υψηλά, αυξάνεται η αποβολή σακχάρου μέσω διούρησης, με παράλληλη αυξημένη απώλεια υγρών. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται σε διαβητικούς ασθενείς που λαμβάνουν μια νέα κατηγορία αντιδιαβητικών δισκίων, που δρουν αυξάνοντας την αποβολή γλυκόζης με τη διούρηση, ώστε να αναπληρώνουν τις αυξημένες απώλειες υγρών. Ο όποιος διαβήτης προδιαθέτει επίσης σε αφυδάτωση, καθώς ο οργανισμός, συνήθως λόγω έλλειψης αντιδιουρητικής ορμόνης, αδυνατεί να συμπυκνώσει τα ούρα, ακόμα και επί μειωμένης πρόσληψης υγρών.
Σε κίνδυνο αφυδάτωσης εκθέτουν τους ασθενείς χρόνιες νεφροπάθειες, καθώς και παθήσεις των επινεφριδίων, που προάγουν τη διούρηση. Η κυστική ίνωση προδιαθέτει τους ασθενείς σε αφυδάτωση, μέσω της αυξημένης απώλειας ύδατος και νατρίου με την εφίδρωση που τους χαρακτηρίζει.
Ο αλκοολισμός αποτελεί επίσης μια χρόνια κατάσταση που προδιαθέτει σε αφυδάτωση, καθώς το αλκοόλ δρα ως διουρητικό και αυξάνει την απώλεια υγρών από τον οργανισμό. Το ίδιο συμβαίνει σε ασθενείς με υπέρταση ή, και καρδιακή ανεπάρκεια και των οποίων η αγωγή περιλαμβάνει διουρητικά φάρμακα, φάρμακα που ασκούν τη δράση τους μέσω της αυξημένης αποβολής υγρών και ηλεκτρολυτών από τον οργανισμό.
Το ισοζύγιο ύδατος και ηλεκτρολυτών των ασθενών αυτών συχνά βρίσκεται σε μια λεπτή ισορροπία. Η χρήση άτυπων αντιψυχωσικών φαρμάκων επίσης έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο αφυδάτωσης. Η ακράτεια ούρων δυνατόν να οδηγήσει, μέσω προσαρμογής της συμπεριφοράς- περιορισμός λήψης υγρών- σε αφυδάτωση. Η άνοια επίσης εκθέτει τους ασθενείς σε αφυδάτωση, καθώς συχνά ξεχνούν να πιούν νερό και η αναπλήρωση των απωλειών υγρών τους επαφίεται στους φροντιστές τους.
Οι ηλικιωμένοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στην αφυδάτωση, καθώς σημαντικοί ομοιοστατικοί μηχανισμοί του οργανισμού διαταράσσονται στην τρίτη ηλικία. Περιορίζεται η ικανότητα απόκρισης στην αφυδάτωση με διατήρηση ύδατος- συμπύκνωση των ούρων, ενώ παράλληλα αμβλύνεται η αίσθηση της δίψας, που κινεί την αντικατάσταση του ύδατος που έχει χαθεί. Φυσική ανικανότητα, αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης και εγκατάλειψή τους δυνατόν να οδηγήσουν σε αφυδάτωση. Η κατάσταση επιβαρύνεται επιπλέον από τη συσσώρευση πολλαπλών χρόνιων νοσημάτων (πόλυ/ συν- νοσηρότητα) και τη χρήση πολλών και διαφορετικών φαρμάκων.
Σε μια μεγάλη μελέτη σε ηλικιωμένους ασθενείς σε οίκους ευγηρίας προσδιορίστηκαν ως σημαντικοί παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την ανάπτυξη αφυδάτωσης: η ηλικία άνω των 85 ετών, η συνύπαρξη περισσότερων από τεσσάρων νοσημάτων, η λήψη περισσότερων από τεσσάρων διαφορετικών κατηγοριών φαρμάκων και η χρόνια κατάκλιση.
Φραγκούλης Ευάγγελος
Γενικός Οικογενειακός Ιατρός, Γεν. Γραμματέα της Ελληνικής Ένωσης Γενικής Ιατρικής
πηγή: iatronet