Εφηβεία / 17+

Σχολική άρνηση στην εφηβεία – Όταν ο έφηβος αρνείται να πάει στο σχολείο

Μικρά και μεγαλύτερα παιδιά μπορεί κάποιες μέρες να είναι απρόθυμα για το σχολείο. Ειδικά τα κρύα πρωινά του χειμώνα ο πειρασμός για το ζεστό κρεβάτι είναι ακατανίκητος για μικρούς και μεγάλους. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που ένας έφηβος ή μία έφηβη αρνείται συστηματικά και επίμονα να πάει στο σχολείο; Τι γίνεται αν διακόψει τη φοίτηση;

Αυτή είναι μια κατάσταση που όπως συχνά βλέπω μέσα από την επαγγελματική μου εμπειρία οδηγεί σταδιακά τις οικογένειες σε ένα καθημερινό χάος. Οδηγεί σε καθημερινή αδιέξοδη αναμέτρηση δυνάμεων, που έχει ως αποτέλεσμα εφήβους θυμωμένους και κλεισμένους στον εαυτό τους και γονείς κουρασμένους και απελπισμένους.

*μη ξεχάσεις να κάνεις ένα Like στη σελίδα μας στο facebook juniorsclub.gr —>ΕΔΩ

Βλέπω οικογένειες που βρίσκονται σε κατάσταση αποδιοργάνωσης. Οι γονείς, μού περιγράφουν μια σειρά από στρατηγικές που υιοθετούν οι οποίες όμως δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα. Μου λένε ότι προσπαθούν να επαναφέρουν τον/την έφηβο στο δρόμο της λογικής, να του επισημάνουν πόσο λάθος είναι η συμπεριφορά του. Αυτή η επίκληση της λογικής συχνά συνδυάζεται με «καλοπιάσματα», με υποσχέσεις για «ανταλλάγματα». Όλες αυτές οι στρατηγικές εναλλάσσονται με απόπειρες για εξαναγκασμό που σε ορισμένες περιπτώσεις περιλαμβάνει λεκτική ή και σωματική βία, όταν οι γονείς φτάνουν τα όριά τους και κατακλύζονται από ένα αίσθημα πανικού μπροστά στην αδυναμία αντιμετώπισης της κατάστασης. Και έτσι όλη η οικογένεια παραμένει εγλωβισμένη σε φαύλο κύκλο επαναλαμβάνοντας δυσλειτουργικά μοτίβα που απομακρύνουν τον/την έφηβο, «χρεώνουν» τις οικογενειακές σχέσεις με θυμό, πικρία και ασυνενοησία και φυσικά δεν επαναφέρουν τον έφηβο στο σχολείο.

Θα σας οδηγήσω μέσα από κεντρικά ερωτήματα  στην κατανόηση της συμπεριφοράς του εφήβου. Όπως ισχύει για κάθε συμπεριφορά των εφήβων, το κλειδί για την διαχείρισή της και την αλλαγή της είναι η κατανόηση του συναισθηματικού μηνύματος που υποκρύπτεται στην συμπεριφορά. Γιατί ο έφηβος αρνείται να πάει στο σχολείο;  Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο έφηβος που αποφεύγει το σχολείο δεν περνά καλά εκεί. Σκεφτείτε λίγο τον εαυτό σας. Ποια μέρη και ποιες καταστάσεις αποφεύγετε; Η απάντηση είναι προφανής. Όλοι μας αποφεύγουμε μέρη και καταστάσεις που για κάποιον λόγο μας δυσκολεύουν. Άρα, πρέπει να ανακαλύψουμε τους λόγους που βρίσκονται στη ρίζα της άρνησης του εφήβου.

Η αποφυγή λειτουργεί για τον έφηβο ως τρόπος διαχείρισης των δυσκολιών του. Αν τον βοηθήσουμε να εντοπίσει και να εκφράσει τις δυσκολίες του, δεν θα έχει πια ανάγκη την αποφυγή ως μέσο διαχείρισης. Αυτό είναι φυσικά πολύ δύσκολο, από τη στιγμή που η αποφυγή έχει εδραιωθεί ως πρότυπο συμπεριφοράς. Το ίδιο ισχύει για κάθε είδους αποφυγή. Και πάλι σας προτείνω να σκεφτείτε τον εαυτό σας. Σκεφτείτε μια κατάσταση που αποφεύγετε επειδή σας δυσκολεύει. Μέσα από την αποφυγή επιβεβαιώνετε την αδυναμία αντιμετώπισης της δυσκολίας. Το ίδιο κάνει και ο έφηβος χωρίς να το συνειδητοποιεί.

Σας υπενθυμίζω εδώ ότι η καλύτερη αντιμετώπιση είναι φυσικά η πρόληψη. Και επειδή η άρνηση για το σχολείο δεν προκύπτει ούτε ξαφνικά, ούτε απότομα, ούτε και ως μεμονωμένη εκδήλωση, είναι ιδιαίτερα κρίσιμος ο ρόλος των γονέων στον εντοπισμό πρώιμων ενδείξεων.

Ποιες είναι αυτές οι ενδείξεις; Το ερώτημα αυτό θα  το απαντήσουμε αφού δούμε την άρνηση για το σχολείο ως μέρος μιας συνολικότερης δυσκολίας του εφήβου. Πράγματι η άρνηση για το σχολείο κατά κανόνα συνδέεται με διαταραχές άγχους ή διαταραχές της διάθεσης ή ακόμα και συνδυασμό των δύο των οποίων και αποτελεί σύμπτωμα. Συχνά η άρνηση για το σχολείο έχει ως υπόβαθρό της την κατάθλιψη. Επίσης, μπορεί να έχει ως υπόβαθρο κάποια αγχώδη διαταραχή.

Συγκεκριμένα, η διαταραχή κοινωνικού άγχους είναι πολύ πιθανό να κρατά τους εφήβους μακριά από το περιβάλλον του σχολείου. Ο έφηβος φοβάται ότι οι συμμαθητές του θα τον κοροιδέψουν, θα τον υποτιμήσουν, θα τον προσβάλλουν, θα τον κατακρίνουν, θα τον κοιτάξουν «κάπως», θα τον αποκλείσουν. Αυτό ακριβώς συνιστά το γωστικό υπόβαθρο της διαταραχής κοινωνικού άγχους που προξενεί τόσο δυσβάσταχτα συναισθήματα και τόσο αρνητική προσδοκία για το σχολείο, ώστε η αποφυγή να φαίνεται η μόνη δυνατή λύση για τον έφηβο.

Επίσης, δυστυχώς η άρνηση για το σχολείο μπορεί να αποτελεί τρόπο διαχείρισης του σχολικού εκφοβισμού που υφίσταται ο έφηβος.  Στην περίπτωση δηλαδή που ο έφηβος έχει εκφοβιστεί συστηματικά, η αποφυγή του σχολείου αποτελεί μονόδρομο ως αντιμετώπιση των τραυματικών εμπειριών που αδυνατεί να διαχειριστεί. Γι’ αυτό και το οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον του εφήβου χρειάζεται να βρίσκονται σε επαγρύπνηση και να αξιολογούν την σταδιακή εμφάνιση συμπτωμάτων κατάθλιψης, υπέρμετρου άγχους, ή μετατραυματικών αντιδράσεων.

Ταυτόχρονα, χρειάζεται να ρίξουμε μια πολύ προσεκτική ματιά στη μαθησιακή πορεία του εφήβου. Συχνά, μαθησιακές δυσκολίες που εμποδίζουν τον έφηβο να ανταποκριθεί με επάρκεια στις απαιτήσεις του σχολείου, σε συνδυασμό με συστηματική και άστοχη πίεση από την οικογένεια και αίσθημα μειονεξίας και ματαίωσης, οδηγούν σε σταδιακή απομάκρυνση από τον φυσικό χώρο του σχολείου.

Ο εντοπισμός και η έγκαιρη αξιολόγηση της κρισιμότητας αυτών των συμπτωμάτων θα συμβάλλει στο να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες του εφήβου πριν εδραιωθούν πρότυπα απιφυγής που θα τον κρατήσουν μακριά από το σχολείο και την ομαλή ροή της καθημερινότητάς του. Με απλά λόγια, ο έφηβος δεν θα ξυπνήσει κάποια μέρα και θα δηλώσει «ξαφνικά» : «δεν θέλω να ξαναπάω σχολείο». Οι συναισθηματικές δυσκολίες του εφήβου εξελίσσονται μέσα από μια σταδιακή διεργασία και εκφράζονται μέσα από διάφορες συμπεριφορικές του εκδηλώσεις πριν εμφανιστεί ως σύμπτωμα η άρνηση για το σχολείο.

Μιλώντας με γονείς που τα παιδιά τους έχουν σταματήσει να πηγαίνουν στο σχολείο, τους ζητώ να θυμηθούν τις αντιδράσεις του εφήβου μερικούς μήνες πριν εκδηλωθεί η σχολική άρνηση.

Θα σας αναφέρω τις πιο συχνές περιγραφές ώστε να διακρίνετε πιθανά συμτπώματα που αφορούν και το δικό σας παιδί. Ο έφηβος λοιπόν είναι αποσυρμένος, κλείνεται στον εαυτό του και είναι «αλλού». Εκφράζει ανασφάλειες για τον εαυτό του, την εικόνα του, το σώμα του, τις ικανότητές του, το πόσο αρεστός είναι στους άλλους. Εμφανίζει δυασκολίες στον ύπνο, είτε αϋπνία, είτε υπερυπνία και σε ορισμένες περιπτώσεις διακεκομμένο ύπνο με αποτέλεσμα μόνιμο αίσθημα κόπωσης και έλλειψης ενέργειας και παραίτηση από καθημερινές δραστηριότητες. Μπορεί ακόμα να εμφανίζει προβλήματα στην πρόσληψη της τροφής όπως ανορεξία, βουλιμία, επεισόδια υπερφαγίας. Μιλά απαξιωτικά για τον εαυτό του, έχει ακραίες μεταπτώσεις στη διάθεση, εκδηλώνει συχνά ξεσπάσματα θυμού, βρίσκεται μόνιμα σε κατάσταση εκνευρισμού ή απάθειας.

Ο έφηβος που αρνείται να πάει στο σχολείο είναι λυπημένος, ανασφαλής, απογοητευμένος  και θυμωμένος. Αυτά τα συναισθήματά του δεν μπορεί να τα εκφράσει με άλλο τρόπο και γι αυτόν ακριβώς το λόγο τους δίνει διέξοδο μέσα από την άρνηση για το σχολείο. Σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να υπερισχύει ο θυμός. Να θυμάστε ότι ο θυμός είναι μια πολύ αποτελεσματική συγκάλυψη της στενοχώριας του εφήβου. Αν ο έφηβος αποδεχθεί την στενοχώρια του, θα νιώσει αδύναμος. Αν όμως εκφράσει τον θυμό του μέσα από αντιδραστικές συμπεριφορές, θα διατηρεί για τον εαυτό του ένα πλαστό αίσθημα ασφάλειας. Γι’ αυτό και είναι πιο δύσκολο να προσεγγίσουμε τον  αντιδραστικό έφηβο. Θα πρέπει πραγματικά  να μας εμπιστεύεται προκειμένου να κατεβάσει την ασπίδα της αντιδραστικότητας και να μας επιτρέψει να τον δούμε.

Αυτό φυσικά ισχύει γενικά. Η προϋπόθεση δηλαδή για να μας επιτρέψει την πρόσβαση στον κόσμο του ο έφηβος  είναι να μας εμπιστεύεται. Αν μέσα από τη δική μας στάση, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ντροπή στον έφηβο για τη συμπεριφορά του, αν του φερόμαστε ως ελεγκτές και τον κατηγορούμε, τότε το μόνο που κατορθώνουμε είναι η ακόμα μεγαλύτερη απομάκρυνσή του και η επιβεβαίωση του αισθήματος αναξιότητας που ήδη βιώνει.

Σταθείτε δίπλα στο παιδί σας ως σύμμαχοι και συμπαραστάτες. Σταθείτε δίπλα του με διάθεση να κατανοήσετε τι του συμβαίνει. Αλλάξτε το ερώτημά σας. Δεν ωφελεί να ρωτάτε: «Γιατί δεν πηγαίνει στο σχολείο το παιδί μου;». Δοκιμάστε να ρωτήσετε: «Πώς αισθάνεται το παιδί μου; Πώς αισθάνεται για τον εαυτό του; Πώς αισθάνεται για τη σχέση του με τον κόσμο; Τι το φοβίζει;». Σας προτείνω να αλλάξετε το ερώτημα, επειδή οι λόγοι που κρατούν τον έφηβο μακριά από το σχολείο είναι συναισθηματικοί λόγοι. Γι’ αυτό και δεν έχει κανένα νόημα η επίκληση στη λογική. Τα λογικά επιχειρήματα των γονιών πέφτουν στο κενό επειδή ακριβώςοι γονείς χρησιμοποιούν λάθος «εργαλείο». Αν μπορούσε ο έφηβος να πειστεί από λογικά επιχειρήματα, αυτή είναι μια διαδικασία που θα επιχειρούσε και ο ίδιος για τον εαυτό του. Χρειάζεται να προσεγγίσουμε τον συναισθηματικό κόσμο του εφήβου, να τον κατανοήσουμε και να βοηθήσουμε και τον ίδιο να αποκτήσει επίγνωση των συναισθηματικων παραγόντων που τον κρατούν μακριά από το σχολείο.

Στους παράγοντες αυτούς είναι πιθανό να συνυπάρχουν και λόγοι που σχετίζονται με το οικογενειακό πλαίσιο. Γι’ αυτό και χρειάζεται να δούμε τον έφηβο ως μέρος του οικογενειακού συστήματος, αντί να απομονώνουμε τις δυσκολίες του ως εκφράσεις προβλημάτων που αφορούν αποκλειστικά τον ίδιο. Σας υπενθυμίζω ότι όλες οι δυσκολίες των παιδιών δεν εκδηλώνονται σε κενό, αλλά μέσα στο πλαίσιο των κοντινών τους σχέσεων. Γι’ αυτό και η ίδια η έκφραση, αλλά και η έκβαση των δυσκολιών εξαρτάται από τις συνθήκες στην οικογένεια και από τους τρόπους με τους οποίους  η οικογένεια θα ανταποκριθεί στην εκδήλωση των δυσκολιών.  

Ένας προφανής επιβαρυντικός παράγοντας είναι η πίεση για επιδόσεις, οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες των γονέων για τις επιδόσεις του παιδιού τους και η άκαμπτη στάση απέναντι στο πώς βιώνεται και πώς εκφράζεται ο ρόλος του μαθητή. Άλλοι οικογενειακοί λόγοι που μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά τη στάση του εφήβου απέναντι στο σχολείο σχετίζονται με συγκρουσιακό οικογενειακό κλίμα, με εχθρότητα μεταξύ των γονέων, με την απόφαση για διαζύγιο ή και με τις συνθήκες ενός άσχημου διαζυγίου ή και με δυσκολίες που δημιουργούν αίσθημα ανασφάλειας όπως η ανεργία, η σοβαρή ασθένεια κάποιου μέλους της οικογένειας, και γενικότερα η αδυναμία ανταπόκρισης σε οικονομικές, πρακτικές ή και συναισθηματικές ανάγκες όλων των μελών της οικογένειας. Επίσης, η κινητοποίηση και η ανταπόκριση του σχολικού πλαισίου αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την έκβαση των δυσκολιών του εφήβου.

Μερικές φορές, αφού εδραιωθεί η αποφυγή ως συμπεριφορά, οι έφηβοι δεν αντιλαμβάνονται ότι ο πιο κρίσιμος παράγοντας είναι η προσδοκία της δυσφορίας και όχι η ίδια η δυσφορία από την παραμονή τους στο σχολείο, αναπτύσσουν όπως λέμε τον «φόβο του φόβου», μέσω της αποφυγής και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να τους εξηγηθεί.

Δοκιμάστε να ρωτήσετε το παδί σας, αν μπορούσε να αλλάξει κάτι σχετικό με τη ζωή του στο σχολείο τι είναι αυτό που θα ήθελε να αλλάξει; Με αυτό το «κόλπο» θα μπορέσετε να αποκτήσετε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα των δυσκολιών που και ο ίδιος ο έφηβος δεν μπορεί να εντοπίσει με ακρίβεια. Εστιάζονται οι δυσκολίες του στον μαθησιακό τομέα; Τότε είναι πιθανό να μιλήσει για παράδειγμα, για συγκεκριμένα μαθήματα που θα ήθελε να μην υπάρχουν. Εστιάζονται οι δυσκολίες του στον κοινωνικό τομέα; Τότε είναι πιθανό να μιλήσει γαι τη στάση κάποιων συμμαθητών του μέσα στην τάξη, ή για ένα αίσθημα αμηχανίας την ώρα του διαλείμματος.

Σε κάθε περίπτωση, θα σας πρότεινα να συνεργαστείτε με το σχολείο και με ειδικό της ψυχικής υγείας. Το σχολείο χρειάζεται να κατανοήσει την κατάσταση και  να υιοθετήσει ως πλαίσιο υποστηρικτικές παρεμβάσεις για τη σταδιακή επιστροφή του εφήβου. Αν η αποφυγή έχει εδραιωθεί, θα χρειαστείτε βοήθεια και εσείς οι γονείς προκειμένου να υιοθετήσετε κατάλληλους τρόπους προσέγγισης του/της εφήβου γιατί είναι πιθανό οι προσεγγίσεις σας να συμβάλλουν στην διαιώνιση του προβλήματος με τροπους που δεν μπορείτε να αντιληφθείτε.

Επίσης, είναι αυτονόητο ότι θα χρειαστεί συστηματική βοήθεια και ο έφηβος. Ο έφηβος δεν θα επιστρέψει στο σχολείο από μόνος του. Χρειάζεται τη συνεργασία και την υποστήριξη από ένα δίκτυο σημαντικών για τον ίδιο σχέσεων προκειμένου να μπορέσει να επιστρέψει σταδιακά δημιουργώντας όρους ασφάλειας για τον εαυτό του σε συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο. 

 

 

 

 

 

 

 

πηγή

 

5 ανησυχητικές συμπεριφορές της εφηβείας!

Έρευνα: Γιατί οι έφηβοι σταματούν να ακούν τους γονείς τους

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο