Τα συστήματα αξιολόγησης του ερευνητικού έργου, που εφαρμόζονται διεθνώς, έχουν κυρίως σαν βάση τις επιστημονικές δημοσιεύσεις σε έγκυρα αγγλόφωνα περιοδικά και οι δείκτες, που έχουν κατά κάποιο τρόπο καθιερωθεί, είναι ως επί το πλείστον ποσοτικοί και μόνο. Η ποιοτική αξιολόγηση γίνεται μόνο συνειρμικά (τις πιο πολλές φορές αυθαίρετα) πάνω στους παραπάνω ποσοτικούς δείκτες, ενώ η συγκριτική αξιολόγηση απουσιάζει παντελώς. Παρότι υπάρχουν και άλλοι δείκτες, όπως η σχέση διδασκόντων και διδασκομένων και οι διδακτικές και ερευνητικές υποδομές, που συνοδεύουν το εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο, αυτοί λαμβάνονται υπ’ όψιν διαφορετικά από χώρα σε χώρα ανάλογα με το στόχο που πρέπει να εξυπηρετηθεί.
Σε χώρες όπως η Γερμανία, που έχουν δημόσια εκπαίδευση χωρίς δίδακτρα και τους ενδιαφέρει η ομογενοποιημένη ποιότητα, αυτοί οι δείκτες λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνο για να ανέβει το μέσο επίπεδο ποιότητας σε όλη τη χώρα χωρίς τοπικιστικές διακρίσεις. Αντίθετα, σε χώρες που ευδοκιμεί ο ελιτισμός της εκπαίδευσης και υπάρχουν δίδακτρα, αυτοί οι δείκτες της αξιολόγησης λαμβάνονται υπ’ όψιν για την εντονότερη διαφήμιση και προσέλκυση πόρων για ένα μικρό μόνο ποσοστό του συνόλου των Ιδρυμάτων. Τρανά παραδείγματα της δεύτερης κατηγορίας αποτελούν η Αγγλία, στην οποία από τα 228 πανεπιστήμια μόνο τα 24 είναι διακεκριμένα (Russel Group Universities), και οι ΗΠΑ, στις οποίες από τα 2500 Πανεπιστήμια μόνο περίπου τα 250 ασχολούνται με την έρευνα και εξ αυτών μόνο τα 70 είναι διακεκριμένα.
Στην Ελλάδα, ο εκ των προτέρων σχεδιασμός τού πώς θα πρέπει να είναι η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι παντελώς άγνωστος. Το ίδιο άγνωστη ήταν μέχρι πρότινος και η έννοια της αξιολόγησης. Η ποσοτική αξιολόγηση του ερευνητικού έργου μπορεί ενδεχόμενα να παράγει αξιόπιστα αποτελέσματα στις πειραματικές επιστήμες (στις επιστήμες αυτές η ποσοτική παραγωγή γνώσης ευδοκιμεί ιδιαίτερα, αλλά έχει βραχύβια διάρκεια και ξεπερνιέται σε ελάχιστους μήνες από τους αντίστοιχους επιστημονικούς ανταγωνιστές).
Δυστυχώς όμως, λόγω απειρίας και προχειρότητας, η ποσοτική μέθοδος αξιολόγησης επεκτάθηκε και σε βαθειά θεωρητικούς τομείς (θεμελιώσεις της επιστήμης), όπου ένα επίτευγμα είναι πολύ σοβαρό και χρονοβόρο, αλλά όταν προκύψει χρειάζονται δεκαετίες για να ξεπεραστεί. Τελικά αυτή η ποσοτική μέθοδος δύσκολα αναδεικνύει τον πιο άξιο στην επιστημονική του περιοχή, ενώ πολύ εύκολα αναδεικνύει ποιός είναι λιγότερο μέτριος.
Πρόσφατα ψηφίστηκε νόμος για την κατανομή των κονδυλίων με τη σχέση 80-20, δηλαδή το 80% αυτής θα δίδεται με αντικειμενικά κριτήρια, όπως ο αριθμός φοιτητών, η γεωγραφική διασπορά του Ιδρύματος και το είδος των προγραμμάτων σπουδών, ενώ το 20% βάσει αξιολόγησης με θεματικά κριτήρια που θα ορίζει εκ των προτέρων το ίδιο το πανεπιστήμιο και θα αντικατοπτρίζουν την ιδιαίτερη στόχευσή του π.χ. έρευνα, εκπαίδευση, κατάρτιση ξενόγλωσσων προγραμμάτων κ.α.
Δεδομένου ότι με την πρόσφατη αναδιάταξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο ίδιο ίδρυμα υπάρχουν πλέον τμήματα με μεγάλες διαφορές σε χρηματοδοτήσεις μεταπτυχιακών και υποψηφίων διδακτόρων, τόσο σε μισθούς, όσο και σε χρηματοδοτήσεις επιστημονικής κινητικότητας και λειτουργικών πλαισίων έρευνας, κάτι που συνεπάγεται εκ των προτέρων μεγάλες διαφορές στους δείκτες επιστημονικής παραγωγικότητας, θα πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα για την εξομάλυνση αυτών των διαφορών σε ορίζοντα πενταετίας.
Προτείνουμε η κατανομή του 20% να επιμεριστεί σε τρεις κατηγορίες:
-Η πρώτη κατηγορία σε ποσοστό 7% να είναι για την επιβράβευση του 10% των τμημάτων κάθε θεματικής περιοχής βάσει των δόκιμων δεικτών αξιολόγησης ανά θεματική περιοχή.
-Η δεύτερη κατηγορία σε ποσοστό 7% να ενισχύει τα ασθενέστερα τμήματα που πέτυχαν καλύτερο διαφορικό βελτίωσης των δεικτών της πρώτης κατηγορίας.
-Η τρίτη κατηγορία σε ποσοστό 6% να στηρίζει την αδελφοποίηση των τμημάτων με άλλα ομοειδή τμήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Βρετανίας, της Αμερικής, του Καναδά κλπ.
Η αδελφοποίηση των τμημάτων είναι ένας νέος θεσμός μεταξύ ομοειδών τμημάτων από δύο, τρεις ή περισσότερες χώρες, που μέσα από ένα κοινό χρηματοδοτικό πλαίσιο βάσει μνημονίου συνεργασίας μοιράζονται κοινή έρευνα, κοινά μαθήματα και κοινή επίβλεψη διπλωματικών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών εργασιών. Το χρηματοδοτικό πλαίσιο πενταετούς διάρκειας θα στηρίζει αφενός την κινητικότητα των εμπλεκομένων και αφετέρου τη στήριξη διαδικτυακής πλατφόρμας ερευνητικής και διδακτικής συνεργασίας.
* Ο Θανάσης Τσακαλίδης είναι Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Πατρών.
Διαβάστε σχετικά