Η αστυνομία της Νέας Ζηλανδίας ανακοίνωσε την έναρξη έρευνας έπειτα από την λήψη επιστολών σταλμένων από ακτιβιστές οι οποίοι απειλούν να δηλητηριάσουν βρεφικό γάλα σε σκόνη, αν η κυβέρνηση δεν σταματήσει τη χρήση ενός γεωργικού δηλητηρίου για τον έλεγχο του πληθυσμού τρωκτικών, όπως αρουραίων και πόσουμ.
Σύμφωνα με την αστυνομία, πολλές επιστολές εστάλησαν τον Νοέμβριο στην Εθνική Ένωση Αγροτών και στον κολοσσό γαλακτοκομικών Fonterra συνοδευόμενες από συσκευασίες βρεφικού γάλακτος επιμολυσμένου με το δηλητήριο 1080 απαιτώντας να σταματήσει η χρήση του δηλητηρίου μέχρι το τέλος Μαρτίου.
Ωστόσο η αστυνομία ανέφερε ότι δεν εντοπίστηκαν ίχνη από το συγκεκριμένο δηλητήριο σε προϊόντα στα εργοστάσια.
Το υπουργείο Πρωτογενούς Βιομηχανίας επιχείρησε κι αυτό από την πλευρά του να καθησυχάσει τους καταναλωτές λέγοντας ότι οι πιθανότητες μόλυνσης είναι μηδαμινές. Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός της χώρας Τζον Κέι έκανε λόγο για“οικοτρομοκρατία”.
Η αστυνομία ανακοίνωσε πάντως ότι τα μέτρα ασφαλείας στις μονάδες παραγωγής και στην αλυσίδα προμηθειών έχουν αυξηθεί.
“Παρότι υπάρχει πιθανότητα η απειλή αυτή να είναι φάρσα, θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε με σοβαρότητα και διεξάγεται έρευνα”, ανέφερε ο αναπληρωτής Επίτροπος της αστυνομίας Μάικ Κλέμεντ σε ανακοίνωσή του.
Ο ίδιος είπε ότι δεν ελήφθησαν άλλες επιστολές και ότι η υπόθεση αντιμετωπίζεται ως εκβιασμός και όχι ως τρομοκρατία.
Το δηλητήριο 1080 είναι εξαιρετικά τοξικό και χρησιμοποείται ευρέως στη Νέα Ζηλανδία για τον έλεγχο παρασίτων και τρωκτικών που προκαλούν μεγάλες καταστροφές στην άγρια ζωή και στα δάση.
Οικολογικές οργανώσεις έχουν καταγγείλει πολλές φορές την χρήση του, ενώ έχουν υπάρξει και διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και αποτυχημένες εκστρατείες για την απαγόρευσή του.
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τέταρτο των εσόδων από εξαγωγές στη χώρα και πάνω από το 7% του ΑΕΠ της Νέας Ζηλανδίας.
Οι έλεγχοι του βρεφικού γάλακτος στην χώρα έχουν αυξηθεί από το 2013 όπου προκλήθηκε συναγερμός εξαιτίας του φόβου ότι το προϊόν ενδεχομένως να είχε μολυνθεί από την τοξίνη που προκαλεί την αλλαντίαση, γεγονός που οδήγησε σε ανακλήσεις προϊόντων παγκοσμίως.